Η οινοποιία Μαρκόγιαννη βρίσκεται στη Σκιλλουντία Ολυμπίας του Δήμου Ανδρίτσαινας – Κρεστένων και η παραγωγή οίνου ξεκινά το 1982. Η οικογενειακή επιχείρηση καλλιεργεί αμπελώνες έκτασης 63 στρεμμάτων ενώ συνεργάζεται και με ποιοτικούς αμπελώνες της περιοχής για την κάλυψη των αναγκών της.
Οι κυριότερες ποικιλίες αμπέλου που καλλιεργούνται για την παραγωγή λευκών οίνων είναι ο ροδίτης, το ασύρτικο, οι ασπρούδες, ενώ για την παραγωγή ερυθρών και ροζέ οίνων είναι η μανδηλαριά , η μαυροδάφνη, το refosco,το κολλινιάτικο και το βερτζαμί.
Ο μυθικός Αλφειός ποταμός που χωρίζει τον Σκιλλούντα από την Αρχαία Ολυμπία και το ανάγλυφο της περιοχής, διαμορφώνουν τις ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες που σε συνδυασμό με τα αργιλοπηλώδη εδάφη των αμπελώνων αποτελούν τις παραμέτρους εκείνες που επισφραγίζουν και ολοκληρώνουν την προσωπικότητα των οίνων της.
Για τη δεύτερη γενιά του κτήματος, Γιάννη και Αντωνία, αποτελεί ουσιώδες μέλημα η μελέτη και ανάδειξη των γηγενών ποικιλιών του οικογενειακού αμπελώνα αλλά και του ευρύτερου αμπελώνα της περιοχής.
Το ποικιλιακό δυναμικό της ημιορεινής και ορεινής Ολυμπίας είναι ογκώδες, υψηλού βαθμού ερευνητικού και πολύ πιθανά οινικού ενδιαφέροντος με τις σημαντικότερες επιρροές να προέρχονται από τα γειτονικά Επτάνησα αλλά και ευρύτερα από την Πελοπόννησο. Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας προέκυψε η ταυτοποίηση και ανάδειξη της ποικιλίας βερτζαμί από το 2014 και η παραγωγή του ερυθρού ξηρού οίνου με ετικέτα Διάγων.
Επιπροσθέτως τα τελευταία χρόνια έλαβαν χώρα πειραματικές μικροοινοποιήσεις μιας άλλης ερυθρούς γηγενούς ποικιλίας που φέρει την ονομασία κολλινιάτικο ή κολλινιάτης όπως την αναφέρουν ο αμπελουργοί της περιοχής. Η ποικιλία εντοπίζεται στους περισσότερους πολυποικιλιακούς παλιούς αυτόρριζους αμπελώνες της περιοχής και ειδικότερα στην ημιορεινή ζώνη του Δήμου Ανδρίτσαινας (κοινότητες Γρύλλου, Γραίκα, Σκιλλουντίας, Διάσελλα). Η αφορμή για την έρευνα της ποικιλίας και των οινοποιητικών δυνατοτήτων της ήταν ότι εκτός από μια πιθανά ενδιαφέρουσα γηγενή ποικιλία του οικογενειακού αμπελώνα, η ποικιλία είναι ιστορικά συνδεδεμένη με την περιοχή. Υπήρχε η φήμη ότι τα παλιότερα χρόνια που καλλιεργείτο σε μεγαλύτερες εκτάσεις και πιο συστηματικά έδινε οίνους υψηλής ποιότητας με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κυρίως στους μονοποικιλιακούς αμπελώνες ή όταν η ποικιλία επικρατούσε σημαντικά στη σύνθεση.
Όσον αφορά κάποια αμπελογραφικά χαρακτηριστικά της ποικιλίας , η σταφυλή είναι μέσου μεγέθους, κυλινδρική προς κυλινδροκωνική και πυκνή. Η ράγα είναι μέσου μεγέθους, σφαιρική , ερυθροιώδους χρωματισμού, η σάρκα μαλακή, χυμώδη με γλυκιά και ευχάριστη γεύση. Γενικά, τα πρέμνα της ποικιλίας είναι ζωηρά, μέσης παραγωγικότητας και δέχεται βραχύ κλάδεμα καρποφορίας . Στην περιοχή το συναντούμε αποκλειστικά σε κυπελλοειδές που άλλωστε ήταν και η διαμόρφωση που επικρατούσε στην περιοχή τις προηγούμενες δεκαετίες. Η τεχνολογική ωριμότητα επέρχεται το δεύτερο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου.
Την εσοδεία του 2019 , διαθέτοντας τις γνώσεις, τις πληροφορίες και την εμπειρία των προηγούμενων ετών έγινε άλλη μια προσπάθεια οινοποίησης της ποικιλίας κολλινιάτικο ή κολλινιάτης με στόχο την παραγωγή ενός ερυθρού μονοποικιλιακού ξηρού οίνου. Ο τρύγος έγινε επιλεκτικά από αυτόρριζα πρέμνα μεγάλης ηλικίας και χαμηλής παραγωγής. Εφαρμόστηκε η μέθοδος κλασσικής ερυθράς οινοποίησης σε ανοιχτή δεξαμενή με περιοδικές εμβαπτίσεις του φλοιού με το γλεύκος εν ζυμώσει για 7 ημέρες. Η θερμοκρασία ζύμωσης ήταν ελεγχόμενη στους 23 έως 27 C. Στη συνέχεια εφαρμόστηκε ήπια πίεση στο πνευματικό πιεστήριο και συνεχίστηκε η ζύμωση για αρκετές ημέρες σε δεξαμενή. Ακολούθησε τέλος παλαίωση σε δρύινα βαρέλια με σκοπό να εξελιχθεί το κρασί στο σημείο που είναι σήμερα.
Δοκιμάσαμε λοιπόν τη νέα ετικέτα με την ονομασία “Αχέρων” και μας κατέπληξε η ιδιαιτερότητά της. Χωρίς να θυμίζει κάποια άλλη διαδεδομένη ελληνική ποικιλία, το Κολλινιάτικο της οινοποιίας Μαρκόγιαννη, φρέσκο ακόμα στο σύνολό του, αναδύει αρώματα ώριμων φρούτων όπως το βατόμουρο και το κεράσι. Χαρακτηριστικές νότες γιαουρτιού και πορτοκαλιού, πιπεριού και σοκολάτας φτάνουν στη μύτη κατά τη διάρκεια του ”ανοίγματος” των αρωμάτων. Κρασί που θυμίζει λίγο από Γαλλία και συγκεκριμένα το χαρακτηριστικό Syrah του Ροδανού, συμπυκνωμένο στη μύτη και με πολυπλοκότητα. Στο στόμα το σώμα και ο όγκος του είναι δυναμικά, πίνεται ευχάριστα συνοδεύοντας κόκκινα κρέατα και κίτρινα τυριά, ενώ επιδέχεται παλαίωσης.