Το προνόμιο της ονομασίας έχει επίσης το ερυθρό Pinot Noir, που μόλις εντάχθηκε στο κλαμπ για δύο αμπελώνες: Kirchberg Barr (Bas-Rhin) και τον Hengst στο Wintzenheim (Haut-Rhin).
Ο πρώτος πρόκειται για 40,6 εκτάρια με ιδιαίτερο, ασβεστολιθικό έδαφος, όψη στα νοτιοανατολικά και υψόμετρο 220-350μ. Εκεί καλλιεργούνται 4 εκτάρια γης με αμπέλια Pinot Noir, και προσεχώς θα διπλασιαστούν. Ο δεύτερος αμπελώνας, έχει επίσης ασβεστολιθικό έδαφος, με νοτιοανατολική όψη και το υψόμετρό του φτάνει στα 270-360μ. Εδώ πρόκειται για βιολογικές και βιοδυναμικές καλλιέργειες, εκ των οποίων τα πέντε εκτάρια καλύπτονται από την ερυθρή ποικιλία.
Η αναγραφή στην ετικέτα θα ξεκινήσει ήδη τη χρονιά που διανύουμε, ενώ θα δώσει στο κρασί μια «επιβεβαίωση» της ποιότητας αλλά και μια σιγουριά στον καταναλωτή που ως τώρα έλλειπε. «Η γκάμα θα αποκτήσει σαφήνεια», πιστεύει ο ανεξάρτητος αμπελουργός Vincent Stoeffler, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την τοπική διαχείριση. Χρειάστηκε βέβαια πολλής χρόνος για να εγκριθεί η νέα ονομασία προέλευσης. «Υπήρχαν πολλές γευσιγνωσίες. Το 2016, μια δοκιμή των σοδειών 2009-2015 έδειξε ότι τα κρασιά ήταν στη σωστή κλίμακα, με τιμές από 20€/μπουκάλι και άνω. Δεν καταλαβαίνω γιατί ήταν τόσο δύσκολο να πάρει το πράσινο φως. Αυτή η έγκριση επιστέφει πολλά χρόνια σκληρής δουλειάς», προσθέτει ο Christophe Ehrhart, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την τοπική διαχείριση της Hengst. «Το Pinot Noir είναι μια ποικιλία σταφυλιού που αναφέρεται στην Αλσατία από τον 12ο αιώνα».