Η χώρα παραμένει η τρίτη μεγαλύτερη αγορά κρασιού στον κόσμο σε αξία, πίσω από ΗΠΑ και Γαλλία, απόδειξη πως ο ρόλος της δεν περιορίζεται μόνο στην παραγωγή αλλά και στη διαμόρφωση καταναλωτικών τάσεων. Η εσωτερική κατανάλωση συνεχίζει να αυξάνεται, ενώ οι εξαγωγές σταθεροποιούνται. Και μέσα σε αυτή τη σταθερότητα, ξεχωρίζει μια μεγάλη αλλαγή στις προτιμήσεις.
Ειδικότερα, το πιο εκρηκτικό κομμάτι της αγοράς είναι αναμφίβολα τα αφρώδη κρασιά. Το 2023, οι πωλήσεις τους άγγιξαν τα 3,1 δισ. ευρώ, με 733 εκατ. λίτρα να διακινούνται εντός της χώρας. Η άνοδος αυτή δεν αφορά μόνο το Prosecco ή τα ιταλικά spumante, αλλά και τη σαμπάνια, η οποία συνεχίζει να κερδίζει έδαφος παρά τη διεθνή πτώση στις συνολικές της επιδόσεις. Οι όγκοι κατανάλωσης παραμένουν σταθεροί, όμως η αξία ανεβαίνει, σημάδι μιας σαφούς στροφής προς κρασιά υψηλότερης κατηγορίας.
Παράλληλα, το οικονομικό προφίλ των καταναλωτών παίζει καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη μετατόπιση. Περίπου 6,5 εκατομμύρια ιταλικά νοικοκυριά με εισόδημα άνω των 55.000 ευρώ στρέφονται σταθερά σε premium επιλογές, με τους νεότερους μέσα σε αυτή την ομάδα να αναζητούν διαφορετικές ετικέτες και νέα προφίλ γεύσης, ενώ οι μεγαλύτεροι παραμένουν πιστοί στις κλασικές επιλογές. Στο άλλο άκρο, πάνω από 10 εκατομμύρια νοικοκυριά χαμηλότερου εισοδήματος διατηρούν ζωντανή τη ζήτηση για πιο προσιτές ετικέτες.
Σημαντικές διαφοροποιήσεις καταγράφονται και ανά γενιά. Οι Baby Boomers εξακολουθούν να πίνουν κρασί σε υψηλά ποσοστά, αν και μειωμένα σε σχέση με το παρελθόν, ενώ η Generation X παραμένει σταθερή στις συνήθειές της. Οι Millennials, αν και εξακολουθούν να αγαπούν το κρασί, φαίνεται να μοιράζουν την προσοχή τους με τα cocktails και άλλες μορφές διασκέδασης. Η Generation Z καταναλώνει ελάχιστο κρασί, αλλά αναζητά έντονα την αυθεντικότητα και την ηθική στις επιλογές της.
Αυτός είναι άλλωστε ο κοινός τόπος όλων των ηλικιακών ομάδων: το ενδιαφέρον για προϊόντα που εκφράζουν ποιότητα, υπευθυνότητα και σεβασμό προς το περιβάλλον. Το 44% των Ιταλών δηλώνει πλέον πως πίνει λιγότερο αλλά καλύτερα, επιλέγοντας κρασιά με ανώτερα χαρακτηριστικά ή πιστοποιημένες πρακτικές παραγωγής.
Εν συνεχεία, η Ιταλία παραμένει πρωταθλήτρια στην κατανάλωση εκτός σπιτιού, με ποσοστά που ξεπερνούν κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα wine bars, τα εστιατόρια και οι χώροι κοινωνικοποίησης εξακολουθούν να είναι ο πυρήνας της ιταλικής οινικής κουλτούρας.
Εν κατακλείδι, έχοντας αυτό το νέο τοπίο, προκύπτει ότι η άνοδος των αφρωδών δεν αποτελεί απλώς οικονομικό φαινόμενο, αλλά την απόδειξη ότι ο ιταλικός καταναλωτής επαναπροσδιορίζει τη σχέση του με το κρασί, με γνώμονα την ποιότητα, την εμπειρία και την ταυτότητα.
























