Σύμφωνα με το Moore Global Wine Report, η παγκόσμια κατανάλωση υποχώρησε το 2024 στα 214 εκατομμύρια εκατόλιτρα, το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων έξι δεκαετιών, καθώς ο πληθωρισμός, οι πιέσεις στο κόστος ζωής και οι νέες συνήθειες αγορών άλλαξαν τη συμπεριφορά των καταναλωτών. Παρ’ όλα αυτά, η αξία του κλάδου συνεχίζει να αυξάνεται. Η παγκόσμια αγορά εκτιμάται στα 347,1 δισ. δολάρια για το 2025, με προοπτική να φτάσει τα 412,9 δισ. έως το 2027. Η μετατόπιση από τον όγκο στην αξία φαίνεται καθαρά: οι καταναλωτές αναζητούν ποιότητα, αυθεντικότητα και βιωσιμότητα.
Πιο συγκεκριμένα, η τάση της «premiumization» διαμορφώνει πλέον την αγορά. Οι παραγωγοί δίνουν έμφαση σε περιορισμένες εμφιαλώσεις, σε ιστορίες προέλευσης και σε τεχνικές χειροτεχνίας, την ώρα που οι φυσικοί, βιολογικοί και χαμηλόβαθμοι οίνοι κερδίζουν σημαντικό έδαφος. Τα φυσικά κρασιά, που βασίζονται σε αυτόχθονες ζυμώσεις και ελάχιστες παρεμβάσεις, ενισχύουν την απήχησή τους, βοηθούμενα και από τη διεθνή επανανακάλυψη της γεωργιανής παράδοσης των qvevri, ηλικίας 8.000 ετών.
Η βιωσιμότητα έχει πάψει να είναι προαιρετική. Πολλές οινοποιίες στρέφονται πλέον στη «αναγεννητική» αμπελουργία, με πρακτικές που αναζωογονούν το έδαφος, ενισχύουν τη βιοποικιλότητα και συμβάλλουν στη δέσμευση άνθρακα. Σε περιοχές που πλήττονται από ξηρασία, η εξοικονόμηση νερού αποτελεί πρωταρχικό στόχο, με επενδύσεις σε νέα συστήματα άρδευσης και ανθεκτικές ποικιλίες. Παράλληλα, η στροφή σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ελαφρύτερες συσκευασίες και πιο «πράσινη» εφοδιαστική αλυσίδα μειώνει σημαντικά το αποτύπωμα άνθρακα. Πιστοποιήσεις όπως οι WIETA και IPW στη Νότια Αφρική και η HVE στη Γαλλία ενισχύουν την εμπιστοσύνη των καταναλωτών.
Νέες αγορές αλλάζουν τον παγκόσμιο χάρτη του κρασιού. Η αστικοποίηση, η άνοδος των εισοδημάτων και η διάδοση της ψηφιακής εκπαίδευσης φέρνουν ανάπτυξη σε Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική. Ινδία, Βιετνάμ, Νότια Κορέα, Κένυα, Νιγηρία, Μεξικό και Βραζιλία αποτελούν νέα δυναμικά κέντρα, όπου οι νέοι ενσωματώνουν το κρασί στη γαστρονομική και κοινωνική τους κουλτούρα. Παράλληλα, η κλιματική αστάθεια οδηγεί τους παραγωγούς στην επαναξιολόγηση αυτόχθονων ποικιλιών ανθεκτικών στη ζέστη και την ξηρασία. Η Νότια Ευρώπη επαναφέρει ντόπιες ποικιλίες, ενώ Αυστραλία, Καλιφόρνια και Πορτογαλία φυτεύουν μεσογειακές ποικιλίες κατάλληλες για υψηλές θερμοκρασίες. Ποικιλίες της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων, όπως Fetească, Plavac Mali και Kadarka αποκτούν διεθνή δυναμική, ενισχύοντας την τάση προς κρασιά με έντονη τοπική ταυτότητα.
Η τεχνολογία πλέον διαπερνά όλα τα στάδια παραγωγής. Drones, αισθητήρες, συστήματα τεχνητής νοημοσύνης και άρδευση βασισμένη στις καιρικές συνθήκες χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο, προσφέροντας ακριβή παρακολούθηση των αμπελώνων και καλύτερο έλεγχο ποιότητας. Στο εμπορικό κομμάτι, οι ψηφιακές πωλήσεις αναπτύσσονται ταχέως σε ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Κίνα και Αυστραλία, με συνδρομητικά μοντέλα και εξατομικευμένες υπηρεσίες να κερδίζουν έδαφος. Πρωτοβουλίες blockchain σε Γαλλία, Ιταλία και Ιαπωνία δοκιμάζονται ως εργαλεία επαλήθευσης προέλευσης και αντιμετώπισης της νοθείας.
Οι εμπορικές εντάσεις προκαλούν έντονη αβεβαιότητα. Στις αρχές του 2025, οι ΗΠΑ επέβαλαν εκτεταμένους δασμούς στα εισαγόμενα κρασιά, 20% για την ΕΕ και 10% για Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία, αυξάνοντας τις τιμές και διαταράσσοντας τις ροές εισαγωγών. Παρά την αναστολή ορισμένων αντιποίνων τον Απρίλιο του 2025, το κρασί εξαιρέθηκε και οι δασμοί παραμένουν. Ο Καναδάς απάντησε με δικές του επιβαρύνσεις στα αμερικανικά κρασιά, ενώ νομικές διαμάχες εντός ΗΠΑ ενισχύουν την αβεβαιότητα. Παράλληλα, τα φορολογικά καθεστώτα σε ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και Ιαπωνία ωθούν τους παραγωγούς προς οίνους χαμηλού αλκοόλ με ευνοϊκή φορολόγηση.
Παράλληλα, ο οινοτουρισμός συνεχίζει να αποτελεί βασικό μοχλό ανάπτυξης και προβολής. Περιοχές όπως Μπορντό, Νάπα, Τοσκάνη, Νότια Αφρική, Αργεντινή, Γεωργία και Νέα Ζηλανδία παραμένουν ισχυροί προορισμοί για ταξιδιώτες που αναζητούν αυθεντικές εμπειρίες. Οι οινοποιίες επενδύουν σε φιλοξενία, γαστρονομία, αρχιτεκτονική και σχεδιασμό για να ενισχύσουν την εικόνα και τη σύνδεση με το κοινό. Αναδυόμενες περιοχές αξιοποιούν φεστιβάλ και θεματικές διαδρομές, ενώ οι ψηφιακές δοκιμές και τα διαδικτυακά masterclasses ενισχύουν τη διεθνή πρόσβαση στην οινική εκπαίδευση.
Το Report υπογραμμίζει και την αυξανόμενη ποικιλομορφία στον κλάδο, με περισσότερες γυναίκες, BIPOC επαγγελματίες και νέους επιχειρηματίες να αναλαμβάνουν πρωταγωνιστικούς ρόλους. Παράλληλα, παραγωγοί από Ανατολική Ευρώπη, Λατινική Αμερική, Υποσαχάρια Αφρική και Ασία αποκτούν διεθνή αναγνώριση, διευρύνοντας το γεωγραφικό και πολιτιστικό εύρος της παγκόσμιας αγοράς.
Τέλος, συνολικά η εικόνα που προκύπτει είναι ενός κλάδου που αναπροσαρμόζει στρατηγικά τις προτεραιότητές του. Με τη κατανάλωση να μειώνεται και τις αγορές να κατακερματίζονται, οι παραγωγοί στρέφονται στη βιωσιμότητα, στην ποιοτική τοποθέτηση, στην τεχνολογία, στη διεύρυνση του κοινού και στη σαφή ταυτότητα προέλευσης, χτίζοντας ένα πιο ανθεκτικό και ανταγωνιστικό μέλλον.
























