Όλες σχεδόν οι κατηγορίες κρασιών κατέγραψαν πτώση σε αξία και όγκο, με μοναδική εξαίρεση τον γλεύκο σταφυλιών, που παρουσίασε άνοδο. Το εμφιαλωμένο κρασί, που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του διεθνούς εμπορίου, υπέστη τις μεγαλύτερες απώλειες: -3,1% σε αξία (11,3 δισ. ευρώ) και -4,8% σε όγκο (2,37 δισ. λίτρα), χάνοντας περίπου 367 εκατ. ευρώ σε σχέση με πέρυσι.
Τα αφρώδη ακολούθησαν πτωτικά, με μείωση 0,3% σε αξία και 0,4% σε όγκο, αγγίζοντας τα 3,73 δισ. ευρώ και 479 εκατ. λίτρα. Αντίστοιχα, οι εξαγωγές χύμα κρασιού περιορίστηκαν στα 1,27 δισ. ευρώ (-0,4%) και 1,62 δισ. λίτρα (-2,4%), ενώ τα bag-in-box παρουσίασαν πτώση 1% σε αξία και 5,3% σε όγκο.
Ανάμεσα στους μεγάλους εξαγωγείς, η Γαλλία διατήρησε την πρωτιά της σε αξία, σημειώνοντας ελαφρά άνοδο (+0,9%) και φτάνοντας τα 5,53 δισ. ευρώ. Σε όγκο, η Ιταλία παρέμεινε ο μεγαλύτερος προμηθευτής με λίγο πάνω από 1 δισ. λίτρα (-3%). Η Ισπανία, τρίτη σε αξία και δεύτερη σε όγκο, υποχώρησε κατά 2,3% και 3,5% αντίστοιχα.
Η Νέα Ζηλανδία ήταν η μόνη χώρα που πέτυχε ταυτόχρονη αύξηση σε αξία (+3%) και όγκο (+17%), ενώ η Πορτογαλία παρουσίασε μικρή άνοδο σε όγκο και η Γαλλία σε αξία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βίωσαν ένα ιδιαίτερα δύσκολο εξάμηνο, με απώλειες 178,4 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της μείωσης των πωλήσεων στον Καναδά, συνέπεια της αμερικανικής δασμολογικής πολιτικής. Πτώση καταγράφηκε επίσης για τη Γερμανία, την Αυστραλία, τη Χιλή και τη Νότια Αφρική.
Ειδικότερα, το πρώτο εξάμηνο του 2025 ήταν το τρίτο συνεχόμενο με μείωση αξίας στις διεθνείς συναλλαγές κρασιού, μετά το ιστορικό ρεκόρ του 2022 (17,8 δισ. ευρώ). Από πλευράς όγκου, ήταν το χαμηλότερο εξάμηνο της τελευταίας δεκαετίας, με μόνη εξαίρεση το 2010.
Σε ετήσια βάση (Ιούλιος 2024 – Ιούνιος 2025), το παγκόσμιο εμπόριο κρασιού ανήλθε σε 9,66 δισ. λίτρα (-2,3%) με συνολική αξία 35,6 δισ. ευρώ (+0,4%), ενώ η μέση τιμή αυξήθηκε κατά 3% στα 3,68 ευρώ ανά λίτρο.
Παράλληλα, το εμφιαλωμένο κρασί αντιπροσωπεύει περίπου το 51% του συνολικού όγκου, αλλά σχεδόν τα δύο τρίτα (68%) της αξίας, χάρη στην υψηλότερη τιμή ανά λίτρο. Τα χύμα κρασιά καλύπτουν το 35% του όγκου και μόλις 8% της αξίας, ενώ τα αφρώδη το 10% του όγκου και 22% της αξίας.
Η Γαλλία εξακολουθεί να κατέχει την κορυφή σε αξία εξαγωγών, με μέση τιμή 8,80 ευρώ/λίτρο (+2,7%). Οι ΗΠΑ, παρότι δεύτερες σε τιμή (4,02 ευρώ/λίτρο), κατέγραψαν πτώση 23%, λόγω μείωσης των εξαγωγών εμφιαλωμένου κρασιού προς τον Καναδά και στροφής σε φθηνότερες αποστολές χύμα κρασιού.
Εν συνεχεία, η επιβολή ενιαίου δασμού 10% από τις ΗΠΑ στα ευρωπαϊκά κρασιά τον Απρίλιο επηρέασε καθοριστικά τις ροές του εμπορίου. Τους μήνες πριν από την εφαρμογή του, οι εισαγωγές από τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία αυξήθηκαν, καθώς οι Αμερικανοί εισαγωγείς έσπευσαν να αποθηκεύσουν προϊόντα πριν ανέβουν οι τιμές.
Συνολικά, οι τρεις παραδοσιακές δυνάμεις, Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία, συγκέντρωσαν πάνω από το 57% του συνολικού όγκου και σχεδόν το 65% της αξίας του παγκόσμιου εμπορίου κρασιού το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Συνοψίζοντας, τα στοιχεία σκιαγραφούν μια περίοδο αναπροσαρμογής για την παγκόσμια αγορά, που εξακολουθεί να επηρεάζεται από τις εμπορικές πολιτικές, τις μεταβαλλόμενες καταναλωτικές τάσεις και τις επιπτώσεις της μεταπανδημικής ανάκαμψης. Το μόνο σταθερό σημείο: οι τιμές ανά λίτρο, που εξακολουθούν να κινούνται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
























