Αναζήτησε µέσα στα χρόνια της κρίσης τη δική του Ιθάκη στην Ελλάδα αποφασίζοντας ότι η χώρα µας θα ήταν όχι µόνο ο κατάλληλος επενδυτικός τόπος, αλλά και ο τόπος για να ζήσει, αφήνοντας οριστικά πίσω του την καριέρα, το σπίτι και τη ζωή που είχε στις ΗΠΑ. Ο Aµερικανός επιχειρηµατίας και επενδυτής David Wittig, που µεταξύ άλλων ενεπλάκη για αρκετά χρόνια ενεργά στο Χρηµατιστήριο της Wall Street στον τοµέα του investment banking, ερχόµενος στην Ελλάδα επένδυσε πρώτα στην εισηγµένη «Ευρωσύµβουλοι» ενώ λίγο αργότερα, ακούγοντας την παρότρυνση του γιου του, δηµιούργησε την οινοποιία «Noema» στο Αµύνταιο.
∆εδοµένου ότι τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείστε επιχειρηµατικά στην Ελλάδα, είτε µέσω της εισηγµένης «Ευρωσύµβουλοι», είτε µε τη σύσταση της Οινοποιίας «Noema», τι ήταν αυτό που σας έφερε εδώ;
Το πρόσωπο που καθόρισε τη λήψη αποφάσεων για εµένα είναι ο πατήρ Άλεξ Σκαρλούτσος, τον οποίο αποκαλούµε τιµητικά στην Αµερική «διευθύνοντα σύµβουλο» της ελληνικής εκκλησίας. Ο ίδιος κατάγεται από την Κεντρική Ελλάδα, ενώ µένει µόνιµα στη Νέα Υόρκη. Αυτό που επαναλάµβανε σε διάφορες συζητήσεις µας ήταν ότι: «θα πρέπει να πας στην Ελλάδα!».
Πότε λοιπόν για πρώτη φορά ταξιδέψατε µε επιχειρηµατικό σκοπό στην Ελλάδα;
Ήταν το 2012. Ταξίδεψα σε πολλές περιοχές της χώρας σε διάστηµα τριών εβδοµάδων. Μεταξύ άλλων πήγα στην Κέρκυρα, η οποία ήταν και το µοναδικό νησί που επισκέφθηκα τότε. Βρέθηκα επίσης σε περιοχές όπως η Ξάνθη, η Θεσσαλονίκη, η Φλώρινα, η Πάτρα και αλλού. Σκοπός του ταξιδιού ήταν να συναντήσω διαφορετικούς επιχειρηµατίες. Βέβαια τότε η χώρα ήταν βυθισµένη στην οικονοµική κρίση και στα γεγονότα που τη συνόδευαν. Έµενα τότε στη Μεγάλη Βρετανία (σ.σ.αναζητά µία φωτογραφία στο κινητό του από εκείνες τις ηµέρες). Θυµάµαι ότι στις πρώτες µου συστάσεις γνωριµίας τεράστιες φωτιές καίγανε µπροστά στο ξενοδοχείο.
Ποιες ήταν οι πρώτες σκέψεις που κάνατε;
∆εν φοβήθηκα ποτέ. Οι άνθρωποι εξεγείρονταν αλλά θα µπορούσα να πω ότι το κλίµα ήταν αρκετά πολιτισµένο δεδοµένων των συνθηκών. Αρχικά πίστευα ότι η κρίση θα διαρκούσε λιγότερο. Σε καµία περίπτωση όµως δεν σταµάτησα να σκέφτοµαι, επιστρέφοντας στην Αµερική, πόσο µεγάλες ευκαιρίες προσέφερε η Ελλάδα. Κάθε επιχείρηση, τράπεζα, πολυεθνική, έτρεχε να φύγει µε όποιον τρόπο µπορούσε! Κι αυτή ήταν µία χρυσή ευκαιρία! Το ότι ήρθα εδώ, ήταν ό,τι πιο σωστό µπορούσα να κάνω. Σε µία χώρα µε εδραιωµένη δηµοκρατία, η οποία αποτελεί στρατηγικό εταίρο των Ηνωµένων Πολιτειών της Αµερικής, µε υπερεπαρκώς καταρτισµένο ανθρώπινο δυναµικό.
Πότε κάνετε την πρώτη σας επένδυση στην Ελλάδα;
Κάποια στιγµή ήρθα σε επαφή µε έναν νέο άνθρωπο, εκπρόσωπο της εταιρείας «Ευρωσύµβουλοι». Το όνοµά του ήταν Βασίλης Θεοδωρόπουλος. Μου πρότεινε να επενδύσω σε διαφορετικούς τοµείς και επιχειρήσεις, καταλήγοντας στο τέλος ότι ίσως θα έπρεπε να επενδύσω στην «Ευρωσύµβουλοι», όπου ο ίδιος εργαζόταν. Βρισκόµαστε πλέον στο 2014. Είχα επιστρέψει στην Ελλάδα για διακοπές. Ο Βασίλης κανόνισε τότε µία συνάντηση µε ενδιαφέροντες ανθρώπους και είδα ένα ξεχωριστό επιχειρηµατικό µοντέλο στη συγκεκριµένη εταιρεία. Η αρχική προοπτική ήταν αποκτήσω ένα ποσοστό µεταξύ 5% και 10%. Και τελικά έφτασα να κατέχω σήµερα ποσοστό που αγγίζει το 20%.
Επιλέγοντας το Αµύνταιο, αφήσατε εκτός πλάνου σας περιοχές όπως η Σαντορίνη
ή η Νεµέα.
Η Σαντορίνη παρουσιάζει το ρίσκο ότι το κόστος παραγωγής είναι ιδιαίτερα υψηλό και θα συνεχίσει να αυξάνεται, λόγω της κλιµατικής αλλαγής και της τουριστικής ανάπτυξης, γεγονός που έχει ως αποτέλεσµα τη δραστική µείωση των καλλιεργούµενων αγροτικών εκτάσεων στο νησί. Θα έπρεπε λοιπόν να παρουσιάσουµε ένα πολύ ακριβό κρασί, το οποίο δεν θα µπορούσε εύκολα να σταθεί απέναντι στον ανταγωνισµό.
Είναι στα πλάνα σας ένα µεγαλύτερο οινοποιείο ή άλλες ΠΟΠ ζώνες της χώρας;
Θα πρέπει να διαχωρίσουµε την επιχειρηµατική µας δραστηριότητα στο κρασί σε δύο κοµµάτια. Το πρώτο σχετίζεται µε την εγχώρια αγορά. Θέλουµε να παράγουµε υψηλής ποιότητας ΠΟΠ κρασιά σε λογικές τιµές. Από την άλλη, µας ενδιαφέρει ο τοµέας των εξαγωγών. Και οι αγοραστές στο εξωτερικό, δίνουν αρκετά µεγάλη σηµασία στην τιµή. Ωστόσο, για να αναπτύξουµε τις εξαγωγές µας, θα πρέπει να πείσουµε ότι παράγουµε ένα ιδιαίτερα ποιοτικό κρασί. Σε ό,τι αφορά το ενδεχόµενο ενός νέου οινοποιείου, συζητήσαµε αρκετά µε ανθρώπους και φορείς. Μας ενδιαφέρει. Όµως τοποθετείται πιθανότατα σε βάθος τριετίας.
Πότε έρχεται η στιγµή που αποφασίζετε ότι θα µείνετε µόνιµα στην Ελλάδα;
Υπάρχει µία αρκετά ενδιαφέρουσα και ταυτόχρονα αστεία ιστορία εδώ. Γιατί όπως σας είπα, κάθε φορά που ερχόµουν, έµενα στη Μεγάλη Βρετανία. Βρισκόµασταν στο µέσο της κρίσης και κανείς δεν επέλεγε να µείνει στο συγκεκριµένο ξενοδοχείο. Συνάντησα κάποια στιγµή τον διευθυντή του ξενοδοχείου και κάναµε µία απίστευτη συµφωνία, για να συνεχίσω να µένω εκεί υπό προνοµιακό καθεστώς τιµής και υπηρεσιών. Μου έκαναν έκπτωση στο δωµάτιο, φρόντιζαν για την καθαριότητα των ρούχων µου και δεσµεύτηκαν ότι κάθε φορά που έφευγα, θα φύλασσαν τα ρούχα µου στο υπόγειο, έως ότου ξαναγύριζα. Έτσι, το έκαναν πολύ ελκυστικό όλο αυτό. Ο γιος µου ήρθε στην Ελλάδα στις αρχές του 2015. Και ένα από τα πράγµατα που µου είπε ήταν: «Θα µετακοµίσω εδώ µαζί σου. Αλλά όπως καταλαβαίνεις δεν γίνεται να ζούµε για πάντα στη Μεγάλη Βρετανία. Στην αρχή µείναµε σε ένα διαµέρισµα ιδιοκτησίας της Νάνας Μούσχουρη στο Κολωνάκι».
Η εµπλοκή µε το κρασί πώς προέκυψε;
Ο γιος µου ήταν εκείνος που µε προέτρεψε να επενδύσω στο κρασί. Βασική µας επιθυµία ήταν να συστήσουµε το ελληνικό κρασί στις ΗΠΑ. Θέλαµε να εξάγουµε ακολουθώντας διαφορετικό µοντέλο από αυτό που εφαρµοζόταν έως τότε, διαθέτοντας δηλαδή κρασιά σε εστιατόρια της Αµερικής. Γι’ αυτό και αποφασίσαµε να βγάλουµε άδεια απευθείας εισαγωγής, την οποία κανένα οινοποιείο έως τότε και ίσως ακόµα και σήµερα, δεν διαθέτει και θα µας έδινε τη δυνατότητα απευθείας εισαγωγής, χωρίς διαµεσολάβηση τοπικού εισαγωγέα. Έτσι, θα απευθυνόµαστε κατευθείαν στους Αµερικανούς διανοµείς. Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να εξασφαλίσει κανείς µία τέτοια άδεια, καθότι θα πρέπει να διατηρεί επιχειρηµατική παρουσία επί αµερικανικού εδάφους. Εµείς έχουµε γραφείο στις ΗΠΑ και έτσι τα πράγµατα ήταν πιο εύκολα. Το µεγαλύτερο βάρος της προσπάθειάς µας διοχετεύτηκε σε αγορές εκτός της Νέας Υόρκης, όπου το ελληνικό κρασί δεν είχε παρουσία, όπως είναι το Ντάλας, το Κάνσας ή το Τέξας.
Πότε είδατε τα πρώτα αποτελέσµατα;
Είδαµε αρκετά γρήγορα αποτέλεσµα. Η συζήτηση αυτή ξεκίνησε το 2015 και το 2018 αρχίσαµε να πουλάµε τα πρώτα µας κρασιά στην Αµερική. Χρειάστηκε ένα χρονικό διάστηµα για την έκδοση της άδειας, αλλά και για να προετοιµαστούµε κατάλληλα από επιχειρηµατικής πλευράς.
Επιλέξατε να δηµιουργήσετε οινοποιείο στο Αµύνταιο και να φτιάξετε κρασιά από Ξινόµαυρο…
Αυτό συνέβη λίγο αργότερα. Η περιοχή του Αµύνταιου είχε την ποικιλία που αναζητούσαµε για να δηµιουργήσουµε κόκκινο κρασί. Επίσης, επισκεπτόµενοι διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας και βλέποντας πώς αλλάζει το κλίµα, παρατηρήσαµε ότι η περιοχή δεν κατακλύζεται από οινοποιεία, όπως συµβαίνει αλλού. Πρόκειται για µία ΠΟΠ ζώνη, µε αρκετά περιορισµένη οινική δραστηριότητα σε σύγκριση µε άλλες. Έτσι, καθώς κάναµε «τσεκ» σε κάθε κουτάκι µε τις προϋποθέσεις που ψάχναµε, διαπιστώσαµε ότι το Αµύνταιο ήταν για εµάς ιδανικό. Η απόφασή µας για ΠΟΠ κρασί, βασίστηκε στο ενδιαφέρον που αυτό προκαλεί στους ανθρώπους που καθορίζουν τα δεδοµένα και τις αποφάσεις στην αγορά.
Πώς διαµορφώνεται αυτή τη στιγµή η σχέση σας µε τους συνεργαζόµενους αµπελουργούς;
Αφενός πληρώνουµε όλες τις ποσότητες που παραλαµβάνουµε πριν το τέλος κάθε έτους, κοντά στα Χριστούγεννα. Αφετέρου δίνουµε υψηλότερες τιµές σε σχέση µε την αγορά. Η τιµή που δώσαµε για την τελευταία σοδειά ήταν 0,65 ευρώ, όταν η µέση τιµή δεν υπερέβαινε τα 0,55 ευρώ το κιλό για το Ξινόµαυρο. Βασικό σηµείο της φιλοσοφίας µας είναι ότι θέλουµε να µεγαλώνουµε µαζί µε τους παραγωγούς, τους ανθρώπους που διαθέτουν τα κρασιά µας στην αγορά, µε όλους όσους συνεργαζόµαστε.
Ονοµάσατε το οινοποιείο σας «Noema» (Νόηµα). Από πού εµπνευστήκατε την ονοµασία;
Πρώτα απ’ όλα, έχοντας ως προτεραιότητα τις εξαγωγές, θα έπρεπε να εντοπίσουµε λέξεις που προφέρονται εύκολα. Επίσης, η λέξη «Νόηµα», είναι αυτή που πρέπει να βρίσκεται πίσω από κάθε µας κρασί. ∆ηλαδή, να έχει νόηµα αυτό που κάνουµε. Εάν δεν είµαστε αφοσιωµένοι καθηµερινά, δύσκολα θα πετύχουµε να έχει νόηµα όλο αυτό. Αναζητήσαµε ένα όνοµα απλό και εύληπτο, τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή αγορά.
Μιλήστε µου για το όραµά σας στην επόµενη πενταετία. Προσωπικά και επιχειρηµατικά.
Στόχος µου είναι µέσα στα επόµενα πέντε ή έξι χρόνια να µπορεί κάποιος να επισκέπτεται µία κάβα στις ΗΠΑ και το ελληνικό κρασί να µην συγκαταλέγεται στην γενική κατηγορία κρασιών «others» (άλλα). Αυτό να βρίσκεται δίπλα στη Γαλλία, τη Καλιφόρνια, την Ιταλία η λέξει «Ελλάδα». Αυτό είναι ίσως ένα από τα µεγαλύτερα όνειρά µου. Πρέπει να συµπράξουµε όλοι µαζί για να το πετύχουµε. Να υπάρχει η Ελλάδα σε κάθε κάβα και κατάστηµα πώλησης κρασιών στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ποιο είναι το ιδανικό σηµείο στο οποίο θα επιθυµούσατε να φτάσετε παραγωγικά;
Σήµερα η παραγωγή µας ανέρχεται περίπου σε 60.000 φιάλες ετησίως. Στόχος µας είναι να φτάσουµε περίπου τις 200.000 φιάλες τα επόµενα τρία χρόνια. Ταυτόχρονα εξετάζουµε και άλλες ΠΟΠ ζώνες της Ελλάδας, επενδύοντας σε ανθρώπους και παραγωγούς, αλλά και σε µάρκετινγκ. Υπάρχουν οι ευκαιρίες και µας δίνεται η δυνατότητα να αναπτύξουµε και άλλα ενδιαφέροντα κρασιά σε ΠΟΠ ζώνες.