του Γιάννη Πανάγου
Οι όλο και πιο πυκνές, αυτό τον καιρό, επικοινωνίες του Wine Τrails µε τους οινοποιούς και γενικότερα µε τους ανθρώπους του οίνου, δείχνουν καθαρά ότι κανείς δεν µένει ευχαριστηµένος. ∆εν πρόκειται για τη συνήθη γκρίνια που εκφράζουν συχνά οι περισσότεροι επαγγελµατίες ανεξαρτήτως κλάδου δραστηριότητας αλλά για µια έντονη δυσαρέσκεια που έχει επίκεντρο τον αµπελοοινικό κλάδο και σχετίζεται τόσο µε ανεπίλυτα θεσµικά ζητήµατα, όσο και µε θέµατα λειτουργίας της αγοράς. Συχνά, άλλωστε, αυτά τα δύο συνδέονται µεταξύ τους.
Για παράδειγµα, η σηµαντικά µειωµένη παραγωγή οινοστάφυλων που καταγράφεται φέτος, κυρίως ως αποτέλεσµα των κλιµατολογικών συνθηκών, ειδικά δε των υψηλών θερµοκρασιών και της ξηρασίας που επικράτησαν σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού, γίνεται αφορµή για αξιοποίηση της θεσµικής ασάφειας και για εκτεταµένες παραβιάσεις των κανόνων λειτουργίας της αγοράς.
Για να το πούµε διαφορετικά, οι ελλείψεις πρώτης ύλης ανά κατηγορία (ποικιλιακοί, οίνοι ΠΟΠ, ΠΓΕ κ.λπ.) αντί να οδηγήσουν σε µια αυστηρότερη διαχείριση των υφιστάµενων ποσοτήτων αλλά και της υψηλής ποιότητας που παρουσιάζουν φέτος τα περισσότερα οινοστάφυλα, µε ζητούµενο την καλύτερη τιµή για τα κρασιά εσοδείας 2024 (θα µπορούσε να είναι από τις σπάνιες χρονιές µε εξαιρετικό ενδιαφέρον), οδηγούν σε ένα αλισβερίσι και σε µια κινητικότητα (σταφυλιών και γλεύκους) από περιοχή σε περιοχή, η οποία µόνο επιβεβαιωτικά για τη γνησιότητα ταυτότητας των κρασιών που παράγονται στη χώρα µας δεν λειτουργεί.
Αντίθετα, µια πιο προσεκτική µελέτη της κατάστασης στην εγχώρια αγορά οίνου αυτή την περίοδο, αφήνει την εντύπωση ότι το πολυδαίδαλο νοµοθετικό πλαίσιο που διέπει το ελληνικό κρασί, σε συνδυασµό µε τις αδυναµίες της δηµόσιας διοίκησης και των µηχανισµών ελέγχου της αγοράς, κάνει δύσκολη τη δουλειά εκείνων που θέλουν να επενδύσουν, µε σεβασµό στους νόµους, στην ποιότητα του ελληνικού κρασιού, ενώ αντίθετα αποθρασύνει εκείνους που έχουν µάθει να λειτουργούν κάτω από τα ραντάρ, δηλαδή στο γκρίζο τοπίο της αδιαφάνειας και ενίοτε της παρανοµίας.
Το γεγονός ότι µετά από χρόνια το κρασί της Ελλάδας έχει ξεφύγει από τη σκιά της «εργοστασιακής» αντίληψης που επικρατούσε για το προϊόν και έχει αρχίσει να συστήνεται µε νέο πρόσωπο στην εγχώρια και διεθνή αγορά δεν είναι λόγος εφησυχασµού αλλά αιτία ανησυχίας για το «κακό» που µπορεί να γίνει από τη µια στιγµή στην άλλη. Ειδικά όταν θα αρχίσει να ανταγωνίζεται επί ίσοις όροις τα µεγαθήρια του παγκόσµιου οινικού γίγνεσθαι.
Τώρα είναι η ώρα του επαναπροσδιορισµού της πορείας και των µεγάλων αποφάσεων για το µέλλον του ελληνικού κρασιού. Μιας πορείας που θα δώσει τη δυνατότητα σε όλα τα λουλούδια να ανθίσουν και την ίδια ώρα θα βάλει στη θέση τους εκείνους που ενδιαφέρονται µόνο για το γρήγορο κέρδος, υπονοµεύοντας ωστόσο συστηµατικά την ταυτότητα αυθεντικότητας των ελληνικών κρασιών.
Βρείτε το τεύχος 41 του WineTrails στα περίπτερα το Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου μαζί με την Agrenda.