Μετά την ανακοίνωση της 13ης Μαρτίου για ενδεχόμενο δασμό 200% και την επιβεβαίωση στις 2 Απριλίου, οι Αμερικανοί αγοραστές μείωσαν σημαντικά τις προσφορές τους. Το αποτέλεσμα ήταν μια ραγδαία πτώση στη δραστηριότητα των συναλλαγών και στις τιμές σε βασικές οινικές περιοχές, με αισθητές επιπτώσεις στους δείκτες της αγοράς και στη συμπεριφορά των αγοραστών.
Μέχρι τα μέσα Απριλίου, άρχισαν να εμφανίζονται κάποια σημάδια ανάκαμψης στην έκθεση των αμερικανικών προσφορών. Ωστόσο, οι προσφορές επανήλθαν σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα και η συνολική έκθεση παραμένει περισσότερο από 50% κάτω από τα προ της επιβολής των δασμών επίπεδα σε όλες τις κύριες οινικές περιοχές. Η περιοχή του Πεδεμοντίου έχει σημειώσει τη βαθύτερη και πιο διαρκή μείωση του ενδιαφέροντος από τις ΗΠΑ. Αυτή η μερική ανάκαμψη συμπίπτει με την επανεκτίμηση του χρηματοοικονομικού ρίσκου από τις επιχειρήσεις, την απόφαση για το ποιο ποσοστό του κόστους των δασμών μπορούν να απορροφήσουν, και τη διασαφήνιση της θέσης τους απέναντι στους πελάτες.
Πιο συγκεκριμένα, οι Αμερικανοί αγοραστές άρχισαν να αποσύρονται από την αγορά ακόμη και πριν την επίσημη ανακοίνωση των δασμών. Οι προσφορές μειώθηκαν αμέσως μετά την αρχική απειλή τον Μάρτιο, με πιο έντονη απόσυρση μετά τις 2 Απριλίου. Όπου η δραστηριότητα έχει επαναληφθεί, η εστίαση έχει αλλάξει. Τον Απρίλιο, τα κρασιά του Μπορντό αντιπροσώπευαν το 43,3% της συνολικής αξίας αγορών από τις ΗΠΑ, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το συνηθισμένο μερίδιο της περιοχής. Η αύξηση αυτή υποδηλώνει μια στροφή προς κλασικές, χαμηλότερου ρίσκου επενδύσεις σε συνθήκες αβεβαιότητας.
Ενώ, η προσωρινή μείωση των δασμών σε ευρωπαϊκά κρασιά για 90 ημέρες προσέφερε βραχυπρόθεσμη ανακούφιση, η αβεβαιότητα συνεχίζει να κυριαρχεί. Οι Αμερικανοί αγοραστές παραμένουν επιφυλακτικοί, αναμένοντας περισσότερη σαφήνεια μέχρι τις 9 Ιουλίου, οπότε και αναμένεται νέα απόφαση πολιτικής. Εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες για κανόνες όπως η πολιτική “goods-on-the-water”, που μπορεί να επηρεάσει αποστολές που βρίσκονται ήδη σε μεταφορά.
Παράλληλα, η ευρύτερη αγορά εκλεκτών κρασιών αντανακλά αυτή την επιφυλακτικότητα. Τον Απρίλιο, ο βασικός δείκτης της βιομηχανίας Liv-ex Fine Wine 100 υποχώρησε κατά 1,7%, η μεγαλύτερη πτώση από τον Αύγουστο του 2023. Ο ευρύτερος δείκτης Fine Wine 1000 σημείωσε πτώση 1,3%. Ο υποδείκτης Champagne 50 επηρεάστηκε περισσότερο, με πτώση 2,6%. Οι Αμερικανοί αγοραστές προηγουμένως αντιπροσώπευαν σχεδόν το ήμισυ του εμπορίου σαμπάνιας, οπότε η εισαγωγή δασμών είχε δυσανάλογα μεγάλη επίπτωση στην τιμολόγηση της περιοχής.
Μάλιστα αξίζει να σημειωθεί πως και το Μπορντό επηρεάστηκε. Ο δείκτης Fine Wine 50, που παρακολουθεί πρόσφατες εσοδείες των First Growths, υποχώρησε κατά 1,9%, ενώ ο ευρύτερος δείκτης Bordeaux 500 έπεσε κατά 1,6%. Οι δείκτες αυτοί βρίσκονται πλέον σημαντικά κάτω από τα χαμηλά του 2020, με τον Fine Wine 50 να έχει υποχωρήσει κατά 9,8% και τον Bordeaux 500 κατά 5,8%.
Μέσα σε αυτές τις προκλήσεις της αγοράς, η καμπάνια En Primeur 2024 συνεχίζεται, αν και με περιορισμένη επιτυχία. Οι παραγωγοί έχουν προχωρήσει σε ουσιαστικές παραχωρήσεις τιμής. Οι κορυφαίοι οίκοι όπως οι Lafite και Mouton κυκλοφόρησαν κρασιά σε τιμές χαμηλότερες από τις τρέχουσες τιμές της αγοράς, ενώ μικρότεροι παραγωγοί όπως ο Carmes Haut-Brion κυκλοφόρησαν σε τιμές κόστους ή και χαμηλότερες. Ωστόσο, η συνολική ζήτηση παραμένει υποτονική, με λίγες αναφορές για εντυπωσιακές επιτυχίες.
Σύμφωνα με την market analyst της Liv-ex, Sophia Gilmour, η τρέχουσα αγορά διαμορφώνεται περισσότερο από την αβεβαιότητα παρά από το πραγματικό επίπεδο των δασμών. Κατά την ίδια μέχρι να υπάρξει σαφέστερη πολιτική, οι στρατηγικές αγορών θα παραμείνουν συντηρητικές. Παρατήρησε επίσης μια μεταβολή στο δημογραφικό των αγοραστών, με την ασιατική ζήτηση να επανεμφανίζεται, ιδίως για κρασιά Βουργουνδίας αντί για Μπορντό. Την περασμένη εβδομάδα, η Βουργουνδία προσέλκυσε περισσότερους αγοραστές από την Ασία στο Liv-ex από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία. Σύμφωνα με την Gilmour, ενώ οι παραγωγοί καταβάλλουν αξιοσημείωτες προσπάθειες, ιδίως σε επίπεδο τιμολόγησης, η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγοραστών, ειδικά των ιδιωτών συλλεκτών που έχουν υποστεί ζημίες τα τελευταία χρόνια θα είναι μια αργή διαδικασία που ξεπερνά την απλή προσαρμογή των τιμών.
