της Μαρίας Γιουρουκέλη
Από µια πρώτη επεξεργασία της ΚΕΟΣΟΕ, προκύπτει σαφώς ότι περισσότερα από 100.000 στρέµµατα (έναντι 630.000 στρεµµάτων αδειοδοτηµένων αµπελώνων) παραµένουν ανενεργά, θέτοντας σε κίνδυνο και την ίδια τη δυνατότητα της χώρας να διασφαλίσει αυτές τις άδειες. Την ίδια στιγµή, οι κατέχοντες τις άδειες, µη έχοντας υποβάλει δηλώσεις συγκοµιδής δεν µπορούν να µπουν σε προγράµµατα αναδιάρθρωσης ούτε να καταστήσουν παραγωγικές τις εκµεταλλεύσεις τους. Η πολική ηγεσία καλείται να επανεξετάσει το όλο θέµα, καθώς, υπάρχουν υποψίες για ένα παιχνίδι διακράτησης δικαιωµάτων, µεταξύ αµπελουργών και κατά τόπους ∆ιευθύνσεων Αγροτικής Οικονοµίας.
Με βάση τα τελευταία στοιχεία, που δεν διαφοροποιούνται µε τα προηγούµενα, το 2020 υποβλήθηκαν ∆ηλώσεις Συγκοµιδής για 284.194,40 στρέµµατα, σε σύνολο 631.807 στρεµµάτων (απογραφή 2018/2019), από τα οποία συγκοµίστηκαν 265.168,5 τόνοι οινοποιήσιµων σταφυλιών, γεγονός που παραπέµπει σε παραγωγή οίνου το περασµένο Φθινόπωρο κάτω των 2.000.000 HL, επιβεβαιώνοντας τη φθίνουσα πορεία των παραγωγικών µεγεθών του κλάδου.
Εντύπωση φέτος προκαλεί, ο υψηλός αριθµός µηδενικών ∆ηλώσεων Συγκοµιδής, για µια χρονιά που δεν παρατηρήθηκαν καταστροφικά κλιµατικά φαινόµενα. Εξηγείται ίσως από το γεγονός ότι ακόµη και η µηδενική ∆ήλωση Συγκοµιδής είναι απαραίτητος όρος για την επιλεξιµότητα των αιτούντων στα προγράµµατα Αναδιάρθρωσης, καθώς και υπαγωγής στο µέτρο του Πράσινου Τρύγου.
Οι παραγωγοί Φλώρινας εµφανίζονται ως οι πλέον συνεπείς στις υποχρεώσεις τους ως προς την υποβολή ∆ήλωσης Συγκοµι δής, αφού µόνο για το 4,45% των εκτάσεων του νοµού δεν υπεβλήθησαν δηλώσεις. Οι υπόλοιποι νοµοί κινούνται σε διψήφια ποσοστά, µε τους νοµούς της Περιφέρειας των Ιονίων Νήσων να εµφανίζουν τους «ασυνεπέστερους» παραγωγούς (87,11%), της Περιφέρειας Κρήτης (72,36%), της Αττικής (65,6%), της ∆υτ. Ελλάδος (60,88%), του Νοτίου Αιγαίου (57,87%).
Η µονιµοποίηση του χαµηλού αριθµού υποβολής ∆ηλώσεων Συγκοµιδής διαχρονικά, εγείρει για πρώτη φορά το θέµα της πραγµατικής έκτασης του ενεργού αµπελώνα.
Είναι γνωστές πάρα πολλές περιπτώσεις, εγγραφών αµπελοτεµαχίων στο Αµπελουργικό Μητρώο εκτάσεων, οι οποίες έχουν εγκαταλειφθεί για διάφορους λόγους, δεν έχουν δικαίωµα πλέον να αναδιαρθρωθούν και το κυριότερο, δεν παράγουν. Το ζητούµενο είναι ποιο είναι το ποσοστό αυτών των εκτάσεων και ποιο του ενεργού ελληνικού αµπελώνα. ∆υστυχώς οι δειγµατοληπτικοί έλεγχοι των ∆ΑΟΚ πραγµατοποιούνται σε αµπελώνες ενεργούς που δεν «δηµιουργούν» προβλήµατα. Η συµβολή τους στην κατεύθυνση ελέγχου των «ανενεργών» εκτάσεων θα ήταν καθοριστική, για να αποκαλυφθεί η διάσταση του προβλήµατος και να ασκηθούν αναπτυξιακές πολιτικές, για όσους ασχολούνται επαγγελµατικά µε την αµπελουργία.
«Η διάσταση αυτή είναι απαραίτητο να διερευνηθεί και να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις αφού η έκταση του ελληνικού αµπελώνα και η παραγωγή του, αποτελούν τα κύρια µεγέθη , βάσει των οποίων υπολογίζεται στις Βρυξέλλες ο προϋπολογισµός του Εθνικού Φακέλου, που ανέρχεται σήµερα στα 23 εκατ. ευρώ. Αν δεν υπάρξει σήµερα κινητοποίηση του κρατικού µηχανισµού στην κατεύθυνση «αποκατάστασης» των ενεργών εκτάσεων, αύριο θα βρεθούµε προ δυσάρεστων εκπλήξεων, αφού όπως προβλέπεται, εκτάσεις για τις οποίες δεν έχουν υποβληθεί ∆ηλώσεις Συγκοµιδής µία 5ετία, θεωρούνται εγκαταλελειµµένες και δεν συµµετέχουν στα προβλεπόµενα µέτρα της ΕΕ», τονίζει η ΚΕΟΣΟΕ.