Στη Γαλλία, ο κλάδος του κρασιού μπαίνει σε ένα νέο στάδιο με το άνοιγμα ενός κέντρου αποαλκοολοποίησης κρασιού. Η εγκατάσταση που ονομάζεται Le Chai sobre, βρίσκεται στο Vic-Fezensac, στο διαμέρισμα Gers, και είναι η πρώτη βιομηχανική μονάδα του είδους της στη χώρα. Το έργο είναι το αποτέλεσμα μιας συνεργασίας μεταξύ της Moderato, μιας εταιρείας που ειδικεύεται στα μη αλκοολούχα κρασιά, και της Vivadour, ενός περιφερειακού αγροτικού συνεταιρισμού. Το άνοιγμα αυτού του κέντρου επιτρέπει στους εγχώριους παραγωγούς να αποφύγουν να στείλουν τα κρασιά τους σε χώρες όπως το Βέλγιο, η Ισπανία ή η Γερμανία για απορρόφηση αλκοόλ, κάτι που παλαιότερα ήταν μια κοινή πρακτική που οδήγησε σε υψηλότερα υλικοτεχνικά και περιβαλλοντικά κόστη.
Ξεφυλλίστε και κατεβάστε σε υψηλή ανάλυση το τεύχος 41 του Winetrails
Το Le Chai sobre θα εφαρμόσει μια τεχνική που ονομάζεται απόσταξη υπό κενό ή ψυχρή απόσταξη, η οποία μειώνει την περιεκτικότητα σε αλκοόλ στα κρασιά διατηρώντας παράλληλα τις οργανοληπτικές τους ιδιότητες. Σύμφωνα με τον Fabien Marchand-Cassagne, συνιδρυτή και διευθύνοντα σύμβουλο της Moderato, ο αντίκτυπος αυτής της εγκατάστασης θα είναι τόσο οικολογικός όσο και οικονομικός, καθώς μειώνει το αποτύπωμα άνθρακα που σχετίζεται με τη μεταφορά και το πρόσθετο κόστος επεξεργασίας. Το κέντρο θα διαθέτει επίσης ένα εργαστήριο για δοκιμές μικρής κλίμακας για τη διασφάλιση της ποιότητας των κρασιών χωρίς αλκοόλ.
Στην αρχική του φάση, το εργοστάσιο θα έχει την ικανότητα να διαχειρίζεται περίπου 50.000 εκατόλιτρα ετησίως, επιτρέποντας στη Moderato να παράγει τη δική της σειρά ετικετών μη αλκοολούχων κρασιών καθώς και να παρέχει υπηρεσίες σε άλλους παραγωγούς που ενδιαφέρονται για αυτό το τμήμα. Το άνοιγμα του Le Chai sobre συμπίπτει με μια περίπλοκη στιγμή για τον γαλλικό αμπελοοινικό τομέα, ο οποίος γνώρισε πτώση των πωλήσεων και σοβαρά προβλήματα κερδοφορίας. Σύμφωνα με τον Marchand-Cassagne, η παραγωγή μη αλκοολούχων κρασιών θα μπορούσε να είναι ένας τρόπος να προστεθεί περισσότερη αξία στα σταφύλια και να διαφοροποιηθεί η γκάμα των προϊόντων.
Όσον αφορά τη ζήτηση, τα αρχικά σημάδια είναι ευνοϊκά. Η Moderato έχει ήδη ξεκινήσει να συνεργάζεται με περίπου 70 παραγωγούς χύμα κρασιού μέσω του συνεργάτη της Vivadour και βρίσκεται σε συνομιλίες με εισαγωγείς για να εξερευνήσει νέες εμπορικές ευκαιρίες. Η πρωτοβουλία έχει προκαλέσει ενδιαφέρον από διανομείς που θέλουν να αναπτύξουν τις δικές τους μάρκες μη αλκοολούχων κρασιών, όπως αποδείχθηκε κατά την παρουσίασή της στη διεθνή έκθεση Wine Paris, όπου πολλοί παραγωγοί έδειξαν ενδιαφέρον για αυτή τη νέα εξέλιξη.
Η ανάπτυξη των μη αλκοολούχων κρασιών είναι σταθερή τα τελευταία χρόνια, αν και η παρουσία τους στην αγορά παραμένει περιορισμένη. Για την Fabien Marchand-Cassagne, μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις είναι η αύξηση της διαθέσιμης προσφοράς και η αλλαγή της αντίληψης των καταναλωτών, οι οποίοι συχνά αγνοούν την ύπαρξη αυτών των προϊόντων. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, το 38% των ερωτηθέντων δεν γνώριζε τη διαθεσιμότητα μη αλκοολούχων κρασιών στην αγορά, γεγονός που αναδεικνύει την ανάγκη εκπαίδευσης των καταναλωτών και βελτίωσης της προβολής της κατηγορίας.
Η τιμή παραμένει βασικός παράγοντας. Η διαδικασία αφαίρεσης αλκοόλ περιλαμβάνει πρόσθετα βήματα και τη χρήση κρασιών υψηλής ποιότητας, γεγονός που αυξάνει το τελικό κόστος. Οι ετικέτες της Moderato κυμαίνονται μεταξύ 15 και 17 ευρώ σε εξειδικευμένα καταστήματα, ενώ σε μεγαλύτερα καταστήματα λιανικής οι τιμές κυμαίνονται μεταξύ 8 και 9 ευρώ. Για τον διευθυντή της εταιρείας, είναι απαραίτητο να διατηρείται μια τιμή που αντανακλά την ποιότητα του προϊόντος. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την τρέχουσα προσφορά μη αλκοολούχων κρασιών στα σούπερ μάρκετ, όπου οι περισσότερες επιλογές κοστίζουν μεταξύ 3 και 5 ευρώ, μια σειρά που, κατά την άποψη του Marchand-Cassagne, δεν μπορεί να εγγυηθεί ένα προϊόν επαρκούς ποιότητας.
O Xavier-Luc Linglin, διευθυντής των κτημάτων François Lurton, του οποίου η επωνυμία Les Fumées μπλαντσάρει επίσης στην κατηγορία των μη αλκοολούχων, συμμερίζεται αυτήν την ανησυχία και τονίζει τη σημασία της εκπαίδευσης των καταναλωτών σχετικά με τη διαδικασία αφαίρεσης αλκοόλ. Η παραγωγή αυτών των κρασιών ξεκινά με την παρασκευή ενός συμβατικού κρασιού υψηλής ποιότητας, το οποίο στη συνέχεια υποβάλλεται σε αφαίρεση αλκοόλης και, σε ορισμένες περιπτώσεις, επανεισαγωγή αρωμάτων. Αυτά τα πρόσθετα βήματα εξηγούν το υψηλότερο κόστος σε σύγκριση με τα παραδοσιακά κρασιά.
Μια άλλη πρόκληση για την ανάπτυξη αυτών των κρασιών είναι η διατήρηση των αισθητηριακών ιδιοτήτων μετά τη διαδικασία αφαίρεσης αλκοόλης. Ειδικά για τα κόκκινα κρασιά, η τεχνική τείνει να δημιουργεί μια ελαφρώς μαγειρεμένη γεύση όταν ο στόχος είναι να επιτευχθεί ένα στρογγυλό και ισορροπημένο προφίλ. Σύμφωνα με τον Marchand-Cassagne, αυτό είναι ένα από τα ερευνητικά και αναπτυξιακά κέντρα στο Le Chai sobre, με στόχο τη βελτιστοποίηση της διαδικασίας και την προσφορά κρασιών που διατηρούν τα αρχικά τους χαρακτηριστικά.
Από την άλλη, το μάρκετινγκ και η επικοινωνία παίζουν σημαντικό ρόλο στην αποδοχή των μη αλκοολούχων κρασιών. Η Mathilde Boulachin, διευθύντρια του Pierre Chavin, πρωτοπόρος σε αυτό το τμήμα, τονίζει την ανάγκη να βρεθεί ένας πιο θετικός όρος για να περιγράψει αυτή την κατηγορία αντί να τονίσει την απουσία αλκοόλ. Η αλλαγή της αφήγησης θα μπορούσε να βοηθήσει στον επαναπροσδιορισμό της αντίληψης των καταναλωτών και στη θέση αυτών των προϊόντων ως βιώσιμης επιλογής στην ευρύτερη αγορά κρασιού.
Το άνοιγμα του Le Chai sobre στη Γαλλία σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα στην προσαρμογή της βιομηχανίας κρασιού στις νέες τάσεις κατανάλωσης, όπου η ζήτηση για επιλογές χωρίς αλκοόλ συνεχίζει να αυξάνεται. Η ικανότητα προσφοράς ενός ποιοτικού προϊόντος σε δίκαιη τιμή, μαζί με μια αποτελεσματική στρατηγική επικοινωνίας, θα είναι θεμελιώδης για την επιτυχία αυτής της πρωτοβουλίας και την αποδοχή της από το κοινό.
Πηγή: vinetur