Έπειτα από έναν αγώνα για να αποπληρώσει χρέη ύψους 60,5 εκατομμυρίων δολαρίων, η Vintage Wine Estates δήλωσε πως η άσχημη οικονομική κατάσταση είχε σοβαρά αντίκτυπο στην ρευστότητα της εταιρείας και την πρόθεση της να αποχωρήσει από το χρηματιστήριο.
Η οινοπαραγωγός εταιρεία, «σπίτι» σημαντικών brands όπως η Β.R. Cohn, η Girard, η Clos Pegase και η Viansa, ήδη έχει ξεκινήσει την πώληση των περιουσιακών στοιχείων της, αποκαλύπτοντας στις 24 Ιουλίου ότι έχει παραχωρήσει την ιδιοκτησία και τον εξοπλισμό του οινοποιείου Constantino στην εταιρεία Gene Wines έναντι 10,5 εκατομμυρίων δολαρίων.
Ξεφυλλίστε και κατεβάστε σε υψηλή ανάλυση το τεύχος 40 του WineTrails
Η εταιρεία δήλωσε ότι σκοπός της είναι να πουλήσει όλα της τα περιουσιακά στοιχεία και ανέφερε πως ήδη υπάρχει ισχυρό ενδιαφέρον από πιθανούς αγοραστές.
Για την κήρυξη πτώχευσης επικαλέστηκε το Άρθρο 11, το οποίο επιτρέπει την αναδιοργάνωση της εταιρείας, με την Vintage Wine Estates να αναφέρει πως η απόφαση αυτή πάρθηκε κατόπιν σχολαστικού ελέγχου της οικονομικής κατάστασης της εταιρείας και με την πεποίθηση πως η κίνηση αυτή ανταποκρίνεται στα συμφέροντα της εταιρείας και των μετόχων της.
Η εταιρεία που συστήθηκε στο κοινό το 2020 θα αποσυρθεί από το χρηματιστήριο όσο ολοκληρώνει την διαδικασία αναδιάρθρωσης της. Ως σύμβουλοι της εταιρείας έχουν διοριστεί οι χρηματιστηριακές εταιρείες GLC Advisors & Co. LLC και GLC Securities LLC.
Μετά την ανακοίνωση της εταιρείας στις 24 Ιουλίου, η αξία των μετοχών της έπεσε κατά 33% και πλέον η αξία τους είναι μόλις 7 δολάρια ανά μετοχή, ενώ τα νέα της πτώχευσης της Vintage Wine Estates έφεραν την άνοδο των μετοχών αρκετών οινοπαραγωγών της Καλιφόρνια, συμπεριλαμβανομένου της Duckhorn Portfolio, που είδε μια άνοδο 1%.
Η ανακοίνωση της πτώχευσης της Vintage Wine Estates έρχεται μετά από μια σειρά περικοπών της εταιρείας στην διάρκεια του τελευταίου έτους, μεταξύ των οποίων και η μείωση του εργατικού δυναμικού της κατά 22% σε μια απόπειρα μείωση των εξόδων της.
Η πτώχευση της εταιρείας είναι αποτέλεσμα των πολλών προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο χώρος του κρασιού στην Αμερική και ιδιαίτερα στην πολιτεία της Καλιφόρνια. Ο καπνός από τις πυρκαγιές, η ξηρασία και η υπερθέρμανση του πλανήτη έχουν αρνητικές συνέπειες στα σταφύλια της περιοχής και δυσκολεύουν σημαντικά την οινοπαραγωγή, ενώ οι Αμερικάνοι τείνουν να αλλάζουν τις συνήθειες τους αναφορικά με την κατανάλωση αλκοόλ.
Την κατάσταση δεν βοηθάνε και διατάξεις της πολιτείας της Καλιφόρνια, με νόμους του Federal Tax & Trade Bureau να προβλέπουν πως για να μπορεί ένα κρασί να φέρει την ετικέτα «American Wine» θα πρέπει να περιέχει μόλις 25% εισαγόμενη πρώτη ύλη. Η διάταξη αυτή έχει φέρει τα παράπονα των οινοπαραγωγών της Καλιφόρνια υπό τον φόβο πως θα χάσουν τις επιχειρήσεις τους από τις μεγάλες εταιρείες. «Προϊόν» της κατάστασης αυτής είναι ο αθέμιτος ανταγωνισμός με προσμίξεις φθηνών εισαγόμενων κρασιών, με σημαντικό μέρος της σοδειάς σταφυλιών της Καλιφόρνια να μένει ανεκμετάλλευτο.
Ο ιδρυτής της εταιρείας Pat Roney παραιτήθηκε από τον ρόλο του ως CEO τον περυσινό Φεβρουάριο, παραμένει όμως στο διοικητικό της συμβούλιο, παραδίδοντας τον ρόλο του προέδρου στον Seth Kaufman, ο οποίος πήρε «μεταγραφή» στην Vintage Wine Estates τον Ιούλιο του 2023 από την Moet Henessy North America.
Η εταιρεία είχε εξελιχθεί σε έναν κολοσσό της Αμερικής διαθέτοντας οινοποιεία σε πολλές περιοχές όπως στη Napa, τη Sonoma, τον κεντρικό τομέα της Καλιφόρνια, το Όρεγκον και την Washington, ενώ στην κατοχή της μεταξύ άλλων είχε brands όπως η Kunde Family Wines, η Laetitia Vineyard & Winery, η Layer Cake Wines, η Delexus, Buried Cane και η Firesteed.
Με πληροφορίες από The drinks business