Κείμενο Κάλλια Δρόσου
Αρχές Οκτωβρίου, λίγες µέρες µετά το πέρασµα του «Ιανού» βρίσκοµαι ξανά στην Κεφαλονιά, για να επισκεφτώ το Οινοποιείο Σκλάβου. Το νησί άντεξε και πάλι. Και φαίνεται να ξαναβρίσκει τους ρυθµούς του. Λίγο πριν αποβιβαστούµε από το καράβι κοιτάζω από το κατάστρωµα το Ληξούρι να προβάλλει. Σκέφτοµαι την έρευνα που δηµοσίευσαν πριν από µερικά χρόνια τρεις Βρετανοί, µεταξύ των οποίων ένας γεωλόγος και ένας καθηγητής αρχαίων ελληνικών στο Πανεπιστήµιο του Cambridge. Στο βιβλίο «Οδυσσέας Λυόµενος» υποστηρίζουν ότι το βασίλειο του Οδυσσέα ήταν στη σηµερινή Παλική και εποµένως αυτή ήταν η Οµηρική Ιθάκη. Άραγε κατέληξε πράγµατι ο νόστος του Οδυσσέα στο σηµείο που εκτείνεται µπροστά µας;
Ο νόστος της οικογένειας Σκλάβου πάντως κατέληξε σ’ αυτό ακριβώς το σηµείο. Το 1860 ο προπάππους του Ευρυβιάδη Σκλάβου διατηρούσε στην Οδησσό της Ρωσίας µια µεγάλη οινοποιητική µονάδα. Όταν µετά τη Ρωσική Επανάσταση το οινοποιείο καταστράφηκε, αποφάσισε να γυρίσει πίσω στο νησί του και φύτεψε τα πρώτα αµπέλια στην περιοχή του Κεχριώνα. Το αµπέλι αυτό καλλιεργεί µέχρι και σήµερα ο δισέγγονός του εντάσσοντάς το στην ευρύτερη φιλοσοφία της βιοδυναµικής καλλιέργειας. Πάντα φιλόξενοι και χαµογελαστοί µε υποδέχονται ο Βλάδης µε την σύζυγό του Έλµα και η οινολόγος του Κτήµατος Ευαγγελία Μωραΐτη.
Στο εσωτερικό του οινοποιείου οι ρυθµοί έχουν πλέον εξοµαλυνθεί καθώς ο τρύγος ολοκληρώθηκε πριν από µερικές µέρες. ∆εξαµενές που αποζυµώνουν, χειροκίνητο pigeage για κάποιες άλλες, παραλαβή νέων βαρελιών και καθαριότητα.
Καθόµαστε στο καλύτερο σηµείο του οινοποιείου, στο εξωτερικό ξύλινο τραπέζι µε φόντο το παλιό αµπέλι του παππού και στο βάθος βλέπουµε τη θάλασσα. Όση ώρα συζητάµε πίνοντας λουίζα η τυφλή γάτα του Βλάδη σκαρφαλώνει συνέχεια αποζητώντας την προσοχή µας. Σιγά-σιγά µας πλαισιώνει και η υπόλοιπη παρέα. Ο Κανέλος και η Μπόµπα, τα σκυλιά του οινοποιείου, τα οποία όταν δεν περιπολούν στο κτήµα πηγαίνουν βόλτα κάτω στην παραλία και προσέχουν τις γίδες. Οι γίδες είναι κι αυτές αναπόσπαστο µέρος του συνόλου, όπως και οι ελιές που βρίσκονται µέσα στο κτήµα. Μόνο που υπάρχει ένα τεχνικό πρόβληµα. Για να µπορέσει να εντάξει τις γίδες στο κοµµάτι της βιοδυναµικής καλλιέργειας, δεν αρκεί απλά να συµβιώνουν αρµονικά µε τα φυτά προσφέροντάς τους φυσικά ό,τι µπορούν για τη γονιµοποίηση του εδάφους. Πρέπει να πληρούν συγκεκριµένες προδιαγραφές για να ληφθεί η βιοδυναµική πιστοποίηση ξεχωριστά για το κοπάδι. Το ίδιο ισχύει και για τις ελιές που είναι φυτεµένες επί δεκαετίες στο χώρο και συνυπάρχουν µε το αµπέλι. Ξεχωριστή πιστοποίηση απαιτείται και γι’ αυτές µε βάση τις προδιαγραφές που θεωρεί ο εκάστοτε φορέας ότι πρέπει να πληρούν. Πρακτικά τρεις διαφορετικές πιστοποιήσεις για αµπέλι, κοπάδι και ελιές, για ό,τι αποτελεί αρµονική συµβίωση µε τα πρέµνα.
Οι πρώτες ποικιλίες που φυτεύτηκαν στο κτήµα και οινοποιούνταν σε µικρά βαρέλια ήταν οι γηγενείς Βοστιλίδι και Μαυροδάφνη. Κύλησε πολύ νερό από τότε µέχρι σήµερα επιµένοντας όµως πάντα στην ανάδειξη των τοπικών ποικιλιών. Ροµπόλα, Ζακυνθινό, Μοσχάτο και Μοσχατέλα συµπληρώνουν την ετήσια παραγωγή 100.000 περίπου φιαλών. Το 50% σχεδόν αυτών εξάγεται σε διεθνείς αγορές.
Ο Σκλάβος στράφηκε προς τη βιοδυναµική καλλιέργεια και την ευρύτερη φιλοσοφία που τη διέπει περίπου 15 χρόνια πριν. Καθώς µου εξηγεί τη σηµασία των µεγάλων δυνάµεων, όπως ο Ήλιος και η Σελήνη που αποτελούν το κέντρο της βιοδυναµικής, καταλήγουµε πάλι στον καταστροφικό κυκλώνα των προηγούµενων ηµερών. «Αυτό που βιώνουµε στις µέρες µας όλο και πιο συχνά και που ζήσαµε πολύ έντονα πριν µερικές µέρες µε τον κυκλώνα είναι µήνυµα ότι κάτι αλλάζει». Ο Ευρυβιάδης πιστεύει ότι βρισκόµαστε σε περίοδο µεγάλων αλλαγών όπου ο υλισµός θα βρεθεί σε δεύτερη µοίρα και πρωταρχικής σηµασίας θα είναι η πνευµατική αλλαγή. Ο ίδιος έχει µάθει να αντιµετωπίζει τα φυτά ως αυτόνοµες οντότητες που αποτελούν µέρος ενός ολοκληρωµένου συστήµατος και πρέπει να τα παρατηρήσεις για να µάθεις από αυτά. Όσο ήπιες είναι οι παρεµβάσεις του στην οινοπαραγωγική διαδικασία, τόσο ριζοσπαστικές είναι οι θέσεις του στην αµπελοκαλλιέργεια και στους τρόπους του για να την αναδείξει.
Οι δύο πιο πρόσφατες ετικέτες του «Λακωµάτια» και «Μονάµπελες» το καταµαρτυρούν εκκωφαντικά για όσους γνωρίζουν τις ζώνες καλλιέργειας στο νησί. Πρόκειται για δύο «υποζώνες» µέσα στις ζώνες της Ροµπόλας και της Μαυροδάφνης αντιστοίχως και άρα δυο single vineyard κρασιά όπου το τοπωνύµιο βρίσκεται και ως εµπορικό σήµα. Ο Ευρυβιάδης θέλησε να κάνει µια «τοµή» όπως υποστηρίζει προκειµένου να αναδείξει περιοχές που έχουν να δώσουν κάτι διαφορετικό στις καλλιεργούµενες ποικιλίες.
Για τη µεν «Λακωµάτια», µια περιοχή στο µέσο περίπου της ζώνης της Ροµπόλας, λίγο πιο ψηλά από τον κάµπο και λίγο χαµηλότερα από τα ορεινά αµπέλια του Φαγιά και του Επανοχωρίου (σε υψόµετρο περίπου 600 µέτρων), πιστεύει πως πρέπει να αναδειχθεί, γι’ αυτό και την οινοποιεί ξεχωριστά από την κλασική Ροµπόλα του Κτήµατος που κυκλοφορεί µε την ετικέτα «Vino di Sasso», από αµπέλια ορεινότερων αµπελώνων των Οµαλών.
Επηρεασµένος στο ξεκίνηµα της ενασχόλησής του από το εξαιρετικό όπως µου λέει βιβλίο του Lambert-Gocs «Τα ελληνικά κρασιά» πιστεύει στις υποζώνες εντός των ΠΟΠ περιοχών και στην ουσιαστική ανάδειξή τους. Στην σελίδα που αναφέρονται οι ποικιλίες της Κεφαλονιάς διαβάζω κάτω-κάτω: «Οι Κεφαλλονίτες ακόµα σήµερα διακρίνουν το κρασί της ορεινής Ροµπόλας από το κρασί της καµπίσιας Ροµπόλας». Αντίστοιχα και για τις Μονάµπελες, ένα µοναδικό αµπελοτόπι στη ζώνη της Μαυροδάφνης (230-240 µ.) µε αυτόριζα αµπέλια 85 ετών τα οποία καλιεργούνται σε µια έκταση 20 στρεµµάτων από µαργαϊκό ασβεστόλιθο µε απόδοση 300 κιλά/στρέµµα. Ο ίδιος διέκρινε το αµπελοτόπι αυτό στην περιοχή Σκινέας και επέλεξε να το οινοποιήσει ξεχωριστά µε ήπιες πρακτικές, αυθόρµητη ζύµωση, χωρίς φιλτράρισµα και µε παλαίωση σε γαλλικά δρύινα βαρέλια.
Στόχος του όπως λέει είναι να γίνει η αρχή για µια συζήτηση επίσηµης ανάδειξης υποζωνών στα πλαίσια των διεθνών προτύπων, προκειµένου να ξεχωρίσουν περιοχές και αµπελοτόπια µέσα σε ΠΟΠ ζώνες που µπορούν να προσφέρουν παραπάνω πληροφορίες τόσο για τις γηγενείς ποικιλίες όσο και για τους καλλιεργητές και παραγωγούς που προσπαθούν για την καλύτερη δυνατή αξιοποίησή τους. Πιστεύει ότι πρέπει να ανοίξει ένας επίσηµος διάλογος µε κρατικούς φορείς και υπεύθυνους του κλάδου προκειµένου να ξεκινήσει και στη χώρα µας µια διαδικασία που µάλλον δεν φαντάζει πια και τόσο µακρινή. Πόσοι οινοπαραγωγοί πλέον δεν διακρίνουν περιοχές και αµπελοτόπια δηµιουργώντας ετικέτες και εµπορικά σήµατα µε τοπωνύµια;
Στο δρόµο για το καράβι της επιστροφής σκέφτοµαι: Τι είναι αυτό που λείπει άραγε από τη χώρα µας στον κλάδο αυτό και µας κρατάει τόσο πίσω από τέτοιες συζητήσεις; Τεχνογνωσία; Έρευνα; Άρτιο επιστηµονικό προσωπικό; ∆ιεπαγγελµατικές οργανώσεις µε όραµα; Μετράω και τα έχουµε όλα. Τι περιµένουµε λοιπόν;