Οι παθογόνοι αυτοί μύκητες είναι κατά κύριο λόγο παράσιτα πληγών και η μετάδοσή τους σχετίζεται άμεσα με το χειμερινό κλάδεμα και τις καιρικές συνθήκες.
Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν εγκεκριμένα μυκητοκτόνα για την καταπολέμηση αυτών των ασθενειών, συνιστάται η επιμελής εφαρμογή των παρακάτω προληπτικών μέτρων, προκειμένου να παρεμποδιστεί η μετάδοσή τους.
Το κλάδεμα να γίνεται όσο το δυνατό πιο καθυστερημένα (αργά το χειμώνα ή νωρίς την άνοιξη) και οπωσδήποτε με ξηρό καιρό, προκειμένου να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος μόλυνσης των τομών κλαδέματος από μύκητες του ξύλου. Ο άνεμος και ο βροχερός καιρός ευνοεί ιδιαίτερα τις μολύνσεις (μεταφορά και βλάστηση μολυσμάτων).
Τα πρέμνα με εμφανή συμπτώματα προσβολής να κλαδεύονται τελευταία. Η αφαίρεση των προσβεβλημένων τμημάτων πρέπει να γίνεται με διαδοχικά κοψίματα, μέχρι η τελική τομή να εμφανιστεί φυσιολογική, χωρίς καστανούς μεταχρωματισμούς ή άλλες αλλοιώσεις. Τα ξερά πρέμνα να εκριζώνονται άμεσα και να καίγονται.
Να αποφεύγονται οι μεγάλες τομές κλαδέματος, διότι αυξάνεται κατά πολύ η πιθανότητα μόλυνσης των πρέμνων. Στην περίπτωση που αυτές είναι αναπόφευκτες, τότε να γίνονται όσο πιο όψιμα γίνεται (νωρίς την άνοιξη) και να καλύπτονται απαραίτητα με κατάλληλο προστατευτικό σκεύασμα.
Τα προσβεβλημένα φυτικά μέρη (κεφαλές, βραχίονες,) να απομακρύνονται άμεσα από τον αμπελώνα και να καίγονται.
Τα εργαλεία κλαδέματος πρέπει τακτικά να απολυμαίνονται (τουλάχιστον κάθε φορά έπειτα από αφαίρεση προσβεβλημένου ξύλου) με εμβάπτιση σε καθαρό οινόπνευμα ή σε διάλυμα χλωρίνης 10%.
Αμέσως μετά το κλάδεμα και μέχρι το φούσκωμα των ματιών, συνιστάται ψεκασμός των πρέμνων με ένα κατάλληλο και εγκεκριμένο για την καλλιέργεια χαλκούχο σκεύασμα.