του Γιώργου Λαμπίρη
Στην τρέχουσα χρονική συγκυρία όπου η διεθνής ζήτηση επιτάσσει την κυκλοφορία όλο και περισσότερων ετικετών κρασιών με φυσαλίδες, η ελληνική νομοθεσία παραμένει δομημένη βάσει των δεδομένων του χθες, καθώς ορίζει ότι ένα αφρώδες κρασί δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ΠΟΠ Αμύνταίου, εάν δεν είναι «Sec», δηλαδή ημίξηρο. Tην ίδια στιγμή όμως η διεθνής αλλά και η εγχώρια αγορά το τελευταίο διάστημα προσανατολίζονται στην παραγωγή αφρωδών οίνων με ελάχιστες παρεμβάσεις και με ελάχιστα ή και μηδενικά σάκχαρα κατά τη διαδικασία της ζύμωσης, γεγονός που κατατάσσει τα συγκεκριμένα κρασιά στην κατηγορία των «Brut» ή «Extra Brut».
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο πρόεδρος της Ένωσης Οινοποιών Βορείου Ελλάδος, Στέλιος Μπουτάρης, «αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να χτίσουμε τη ζώνη του Αμυνταίου γιατί όταν χρησιμοποιούμε κρασιά Brut, δεν επιτρέπεται από τη νομοθεσία να τα χαρακτηρίσουμε ως ΠΟΠ Αμύνταιο ή να αναγράψουμε την ποικιλία ή ακόμα και τη χρονιά πάνω στη φιάλη. Αυτό έχει συμβεί διότι η νομοθεσία ορίζει ότι τα κρασιά πρέπει να είναι Sec. Πρόκειται για μία πεπαλαιωμένη νομοθεσία, που εναρμονίζεται με μία χρονική περίοδο κατά την οποία οι καταναλωτές προτιμούσαν τα αφρώδη κρασιά να έχουν γλυκύτητα».
«Πλέον η αγορά έχει στραφεί προς τα ξηρά κρασιά», συμπληρώνει ο κύριος Μπουτάρης. Αυτή τη στιγμή οι οινοποιοί της ζώνης του Αμυνταίου έχουν κινηθεί με υπόμνημά τους προς το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, ζητώντας την τροποποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας. «Πρόκειται για μία διαδικασία που δεν γνωρίζουμε πότε θα ολοκληρωθεί, καθότι εξαρτάται απόλυτα από τους χειρισμούς των ανθρώπων του υπουργείου. Για παράδειγμα το κτήμα Κυρ-Γιάννη δημιούργησε δύο νέα αφρώδη κρασιά, όπως και αρκετοί συνάδελφοί μου διαθέτουν κρασιά Brut, τα οποία δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως ΠΟΠ Αμύνταιο».
Θέμα συμφωνίας των μελών της ΚΕΠΟ – Η αντίστοιχη περίπτωση της μαυροδάφνης
Προϋπόθεση για να προχωρήσει και νομοθετικά το συγκεκριμένο ζήτημα, είναι να συγκληθεί και να αποφασίσει σχετικά η ΚΕΠΟ, ήτοι η αρμόδια επιτροπή που ασχολείται με το νομοθετικό πλαίσιο των οίνων στην Ελλάδα. Η περίπτωση του ΠΟΠ Αμυνταίου δεν αποτελεί τη μοναδική που χρήζει διευθέτησης, όπως επισημαίνει ο πρόεδρος των Οινοποιών Βορείου Ελλάδος.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της μαυροδάφνης όπου και σε αυτή την περίπτωση η νομοθεσία δεν επιτρέπει την αναγνώριση της ξηρής μαυροδάφνης ως ΠΟΠ. Μάλιστα, στην προκειμένη περίπτωση υπήρχαν και συγκεκριμένες ενστάσεις από πλευράς της ΚΕΠΟ, μέλη της οποίας αντιτάχθηκαν στην αλλαγή της νομοθεσίας αιτιολογώντας τη στάση τους και λέγοντας ότι εάν αναγνώριζαν ως ΠΟΠ προϊόν την ξηρή μαυροδάφνη, θα διατάρασσαν αμέσως ένα διεθνώς αναγνωρισμένο ΠΟΠ προϊόν που έχει ιστορία τουλάχιστον 200 ετών, την γλυκιά μαυροδάφνη.
Αμύνταιο: Μία από τις 4 ζώνες ΠΟΠ του ξινόμαυρου
Σημειώνεται ότι αυτή τη στιγμή η αμπελουργική ζώνη ΠΟΠ Αμύνταιο βρίσκεται στο βορειότερο και μεγαλύτερο μέσο υψόμετρο από τις 4 ζώνες οίνων ΠΟΠ, στις οποίες υπάγεται το ξινόμαυρο. Θυμίζουμε ότι οι άλλες τρεις είναι οι ΠΟΠ Γουμένισσα, ΠΟΠ Νάουσα και ΠΟΠ Ραψάνη. Η αμπελουργική ζώνη ΠΟΠ του Αμυνταίου θεσμοθετήθηκε το 1972. Νομοθετικά αυτή τη στιγμή ως ΠΟΠ Αμύνταιο αναγνωρίζονται ο ροζέ ξηρός, ο ροζέ ημίξηρος, ο ροζέ ημίγλυκος, ο ροζέ ημίξηρος, ο ερυθρός ξηρός, ο ερυθρός ημίξηρος και ο ερυθρός ημίγλυκος. Ιστορικά, τα πρώτα εμφιαλωμένα κρασιά αυτής της οινικής ζώνης κυκλοφόρησαν από την Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Αμυνταίου το 1960, ενώ τα πρώτα πειραματικά αφρώδη κρασιά το 1971.