« Η μη αναμενόμενη σε τέτοιο επίπεδο (λόγω της πανδημίας covid 19) καταγραφή αποθεμάτων το 2020, δημιουργεί ερωτηματικά σε σχέση με τον όγκο που τελικά αποστάχθηκε, αφού μάλιστα δεν εξαντλήθηκε ο προϋπολογισμός της Απόσταξης Κρίσης που ως μέτρο απορρόφησε 20,51 εκ. ευρώ, για 128 (από τα 1500 περίπου) μόνο οινοποιεία και με εγκεκριμένο προϋπολογισμό 25 εκ.ευρώ», αναφέρει η ΚΕΟΣΟΕ.
Η ανακοίνωση της ΚΕΟΣΟΕ
Έκπληξη και για τους πιο υποψιασμένους αποτελεί η ανακοίνωση για τα αποθέματα οίνων την 31η Ιουλίου 2020 του αρμοδίου τμήματος του ΥΠΑΑΤ προς την Commission.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που απέστειλε το τμήμα Αμπέλου Οίνου και Αλκοολούχων Ποτών τα αποθέματα οίνων την 31η Ιουλίου 2020 πριν τη διενέργεια δηλαδή της Απόσταξης κρίσης (340.000 HL περίπου) ανέρχονταν στις 31/7/2020 στα 3.117.801 HL, όγκος που χαρακτηρίζεται ως ο υψηλότερος όλων των εποχών.
Η μη αναμενόμενη σε τέτοιο επίπεδο (λόγω της πανδημίας covid 19) καταγραφή αποθεμάτων το 2020, δημιουργεί ερωτηματικά σε σχέση με τον όγκο που τελικά αποστάχθηκε, αφού μάλιστα δεν εξαντλήθηκε ο προϋπολογισμός της Απόσταξης Κρίσης που ως μέτρο απορρόφησε 20,51 εκ. €, για 128 (από τα 1500 περίπου) μόνο οινοποιεία και με εγκεκριμένο προϋπολογισμό 25 εκ. €.
Σύμφωνα με την επιμέρους ανάλυση που προέβη η ΚΕΟΣΟΕ την μεγαλύτερη αύξηση αποθεμάτων κατέγραψαν οι οίνοι με ΠΓΕ (176,23%) ακολουθούμενους από τους ποικιλιακούς οίνους (64,76%), τους οίνους χωρίς Γεωγραφική Ένδειξη (53,60%) και τέλος τους οίνους με ΠΟΠ που κατέγραψαν ελάχιστη αύξηση (1,98%).
Εκτιμάται ότι οι λόγοι που οδήγησαν την πλειοψηφία των οινοποιείων να διατηρήσουν τα αποθέματά τους και να μην αποστάξουν είναι σύνθετοι και διαφορετικοί.
Πολλά οινοποιεία δεν απέσταξαν δεδομένου ότι οι τιμές της απόσταξης ήταν χαμηλότερες του κόστους παραγωγής οίνων, ιδίως αυτά που διέθεταν μεγάλο απόθεμα οίνων με ΠΓΕ, λόγω της σχετικά χαμηλής αποζημίωσης των οίνων για απόσταξη σε αυτή την κατηγορία ,ενώ άλλα με την προσδοκία «ανοίγματος» της αγοράς διατήρησαν τα αποθέματά τους για εμπορικούς σκοπούς, ώστε να καλύψουν τη ζήτηση της αγοράς μέχρι και την περίοδο των εορτών.
Είναι επίσης βέβαιο ότι η διαμόρφωση των αποθεμάτων σε τόσο υψηλό επίπεδο συνέβαλλε καθοριστικά στην πτώση των τιμών των σταφυλιών πανελλαδικά, πτώση τιμών που ωφέλησε κυρίως αυτούς που δεν προέβησαν στη χρήση του μέτρου της Απόσταξης Κρίσης, αλλά απορρόφησαν μέρος της παραγωγής.
Από τον συνολικό όγκο των αποθεμάτων, το 91,34% καταγράφηκε στις δεξαμενές των οινοποιείων και το 8,66% στο εμπόριο.
Ενδεικτικό μάλιστα είναι και το ότι το 2020 τα αποθέματα που βρίσκονταν στις δεξαμενές των οινοποιείων αυξήθηκαν σε σύγκριση με το 2019 κατά 83,56%, ενώ τα αντίστοιχα στο εμπόριο κατά 59,76%, με συνολική αύξηση των αποθεμάτων (παραγωγή και εμπόριο) κατά 81,19% (3.117.801 HL/ 2020 – 1.720.724 HL/2019).
Αν συνυπολογισθεί και η παραγωγή οίνων από τον πρόσφατο τρυγητό που εκτιμάται ότι θα είναι ελαφρά μικρότερη από την περσινή (2.386.000 HL), γεννάται ευθέως το θέμα της δυνατότητας ρευστοποίησης της διαθέσιμης προσφοράς ποσοτήτων οίνου στην αγορά, με ορατό και τον κίνδυνο δημιουργίας αθέμιτων πρακτικών ,αλλά και αντιμετώπισης μιας κρίσης που δεν έχει προηγούμενο.
Με βάση τα σημερινά πλέον δεδομένα, η εκ νέου ενεργοποίηση των διαθέσιμων και όχι μόνο μέτρων (Απόσταξης Κρίσης, Πράσινος Τρύγος, Ευνοϊκή Χρηματοδότηση) και μάλιστα με γενναίους προϋπολογισμούς, αποτελεί επιτακτική προϋπόθεση προκειμένου να μην καταρρεύσει ο κλάδος.
Ακολουθεί πίνακας διαχρονικής εξέλιξης των αποθεμάτων
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΟΙΝΟΥ 31 ΙΟΥΛΙΟΥ (ΣΕ HL) | |||||||||
HL | ΜΕΤΑΒΟΛΗ % | ||||||||
1990 | 1.716.720 | ||||||||
1991 | 1.704.410 | -0,72 | |||||||
1992 | 2.316.650 | 35,92 | |||||||
1993 | 2.550.260 | 10,08 | |||||||
1994 | 1.464.670 | -42,57 | |||||||
1995 | 1.215.150 | -17,04 | |||||||
1996 | 1.121.740 | -7,69 | |||||||
1997 | 1.501.460 | 33,85 | |||||||
1998 | 1.712.070 | 14,03 | |||||||
1999 | 1.580.730 | -7,67 | |||||||
2000 | 1.469.340 | -7,05 | |||||||
2001 | 1.902.860 | 29,50 | |||||||
2002 | 1.854.000 | -2,57 | |||||||
2003 | 2.037.240 | 9,88 | |||||||
2004 | 2.401.990 | 17,90 | |||||||
2005* | 2.821.560 | 17,47 | |||||||
2006** | 2.258.410 | -19,96 | |||||||
2007** | 2.067.700 | -8,44 | |||||||
2008** | 1.742.150 | -15,74 | |||||||
2009 | 2.513.890 | 44,30 | |||||||
2010 | 2.218.700 | -11,74 | |||||||
2011 | 1.883.080 | -15,13 | |||||||
2012 | 1.435.790 | -23,75 | |||||||
2013 | 1.186.746 | -17,35 | |||||||
2014 | 1.373.049 | 15,70 | |||||||
2015 | 1.521.418 | 10,81 | |||||||
2016 | 1.371.071 | -9,88 | |||||||
2017 | 1.423.402 | 3,82 | |||||||
2018 | 1.459.713 | 2,55 | |||||||
2019 | 1.720.724 | 17,88 | |||||||
2020 | 3.117.801 | 81,19 | |||||||
ΠΗΓΗ ΥΑΑΤ
ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΟΣΟΕ