Του Λεωνίδα Λιάμη
Το μικρό οικογενειακό οινοποιείο από την Άνω Γάστρα της Ημαθίας που μετρά φέτος 103 χρόνια ζωής κι έχει συνδέσει τη λειτουργία του με την παραγωγή κόκκινου κρασιού από την ποικιλία ξινόμαυρο αποφάσισε να επεκταθεί πλέον και στο λευκό κρασί.
Το νέο απόκτημα του Κτήματος, είναι ο «Λευκός Μελιτζανή», ένα blend από τις ποικιλίες ασύρτικο (60%) και chardonnay (40%), το οποίο αυτή την περίοδο είναι στο στάδιο της εμφιάλωσης και σιγά σιγά θα πάρει τη θέση του στην αγορά.
«Πρόκειται για οινοποίηση του 2020 με σταφύλια που αγοράσαμε από ένα πάρα πολύ καλό αμπέλι συνεργαζόμενου παραγωγού στη Νάουσα, καθώς ο δικός μας αμπελώνας αποτελείται αποκλειστικά από κλήματα της ποικιλίας ξινόμαυρο», εξηγεί ο υπεύθυνος του Κτήματος Μελιτζανή, Στέλιος Γιαμαλιδης, μέλος της 3ης γενιάς διαχείρισης του οινοποιείου.
Με την ετικέτα «Λευκός Μελιτζανή» θα κυκλοφορήσουν περίπου 1.500 φιάλες, όλες και όλες, αφού όπως εξηγεί ο κ. Γιαμαλίδης «πάμε δειλά – δειλά στην αρχή, γιατί θέλουμε να κάνουμε προσεκτικές κινήσεις». Στο παρελθόν, άλλωστε, είχε ξαναγίνει μια απόπειρα οινοποίησης λευκού οίνου, αλλά το αποτέλεσμα δεν είχε ικανοποιήσει την οικογένεια και το εγχείρημα εγκαταλείφθηκε γρήγορα και συνοδεύτηκε με επιστροφή στα «σίγουρα» των κόκκινων, για τα οποία υπάρχει παράδοση.
«Βαρύ πυροβολικό» για το Κτήμα παραμένει το «Νάουσα Μελιτζανή» ένα μονοποικιλιακό ξινόμαυρο, που χρησιμοποιεί πρώτη ύλη από τον ιδιόκτητο αμπελώνα των 22 στρεμμάτων ο οποίος βρίσκεται σε έναν λόφο σε υψόμετρο 250 μέτρων, προσανατολισμένος έτσι που να τον «βλέπει» όλη την ημέρα ο ήλιος, ενώ μετά τις 7 το απόγευμα, όπως λέει ο κ. Γιαμαλίδης, «φυσάει κι ένα αεράκι που ξεκουράζει το αμπέλι».
Τα αρχικά κλήματα που είχαν φυτέψει οι ιδρυτές του Κτήματος το 1918, κάπου στα 1971-72 και μετά τη φυλλοξήρα, αντικαταστάθηκαν από νέα, τα οποία παραμένουν μέχρι και σήμερα, αν και πλέον άρχισαν να γίνονται και κάποιες αναμπελώσεις, σε μια έκταση 4 στρεμμάτων. «Η απόδοσή τους, όπως είναι φυσικό έχει υποχωρήσει πλέον γύρω στα 600 κιλά το στρέμμα, αλλά αυτό τους επιτρέπει να αποδίδουν πολύ πιο ποιοτικό σταφύλι», τονίζει ο ίδιος και συμπληρώνει ότι «το μυστικό της ποιότητας στα κρασιά μας είναι στο τρίπτυχο μικροκλίμα, έδαφος και μικρή στρεμματική απόδοση. Ο αμπελώνας άλλωστε από το 1993 είναι ξηρικός και βγάζει πιο φρουτώδεις γεύσεις κι αρώματα, όπως το κράνο, το κεράσι, η ελιά, η ντομάτα και άλλα χαρακτηριστικά του ξινόμαυρου».
Όσον αφορά στην οινοποίηση, η πρώτη ύλη αφού παραμείνει για 10 μέρες σε τσιμεντένια δεξαμενή αποθηκεύεται κατευθείαν σε δεξαμενές inox, χωρίς να περάσει από βαρέλι, γιατί, όπως τονίζεται, «θέλουμε να πάρουμε όλα τα αυθεντικά αρώματα της ποικιλίας και μόνο».
Η ετήσια παραγωγή του Κτήματος, κυμαίνεται μεταξύ 15.000 – 20.000 φιαλών, με την πλειονότητα να αφορά στο «Νάουσα Μελιτζανή», ενώ ένα μέρος φυλάσσεται για παλαίωση με την ετικέτα «Κάβα Μελιτζανή». Από το «Νάουσα Μελιτζανή» φέτος κυκλοφορεί κρασί της εσοδείας του 2018, ενώ από την Κάβα υπάρχουν γύρω στις 2.000 φιάλες του 2000, οι οποίες πωλούνται στα 40 ευρώ η φιάλη.
«Έχουμε επίσης περίπου 30 φιάλες εσοδείας του 1976, που τιμώνται στα 250 ευρώ, γύρω στις 20 φιάλες του 1978 αξίας 220 ευρώ έκαστη, ενώ εκείνες του 1980 πουλιούνται στα 180 ευρώ, του 1984 στα 150 ευρώ και του 1996 στα 100 ευρώ», σημειώνει ο κ. Γιαμαλίδης. Τονίζει δε, πως η διάθεση των κρασιών του οινοποιείου γίνεται κυρίως στην Ελλάδα, ενώ ξεκίνησε και μια εξαγωγή στις ΗΠΑ, μέσω διανομέα στη Βοστόνη, η οποία όμως ανακόπηκε προσωρινά λόγω του covid-19.
Στα σχέδια του Κτήματος Μελιτζανή, στο οποίο πλέον έχει μπει και η 4η γενιά, με τους δυο γιους της οικογένειας Γιαμαλίδη – Μελιτζανή, είναι να αυξήσουν κατά τι τον ιδιόκτητο αμπελώνα. «Έχουμε εξασφαλίσει άλλα 6 στρέμματα, στα οποία θα φυτέψουμε και πάλι ξινόμαυρο, αλλά για την ώρα δεν έχουμε τις απαραίτητες άδειες φύτευσης», επισημαίνει ο συνομιλητής μας, προσθέτοντας πως «μόλις καταστεί δυνατό αυτό, το πλάνο μεγέθυνσης του αμπελώνα θα προχωρήσει άμεσα».