Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2024 στο επιστημονικό περιοδικό Applied Sciences, εξετάζει πώς υλικά που έρχονται σε επαφή με το κρασί, από φελλούς και φιάλες PET μέχρι μεταλλικά δοχεία και χάρτινες συσκευασίες, μπορούν να απελευθερώσουν χημικές ενώσεις στο περιεχόμενο, επηρεάζοντας ενδεχομένως τόσο την ποιότητα όσο και την ασφάλεια του προϊόντος.
Το κρασί, με κατανάλωση που άγγιξε τα 232 εκατομμύρια εκατόλιτρα παγκοσμίως το 2022, έρχεται σε επαφή με πλήθος υλικών κατά την παραγωγή, αποθήκευση και διανομή του. Από το παραδοσιακό γυαλί και τα δρύινα βαρέλια, μέχρι τα σύγχρονα PET, τα αλουμινένια κουτιά και τις χάρτινες συσκευασίες τύπου TetraPak, κάθε υλικό φέρει το δικό του χημικό «αποτύπωμα».
Ειδικότερα, η μελέτη διαχωρίζει τις ουσίες που μεταναστεύουν στο κρασί σε δύο βασικές κατηγορίες: βιομηχανικής προέλευσης και φυσικές. Οι πρώτες περιλαμβάνουν πρόσθετα, μονομερή, πλαστικοποιητές, αντιοξειδωτικά και υποπροϊόντα παραγωγής, ουσίες δηλαδή που ενδέχεται να επιβαρύνουν την υγεία. Οι δεύτερες προέρχονται κυρίως από τον φυσικό φελλό, όπως οι ταννίνες, που μπορούν να επηρεάσουν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του κρασιού.
Ανάμεσα στις πιο συχνά ανιχνευόμενες ουσίες είναι οι φθαλικοί εστέρες (πλαστικοποιητές), η διφαινόλη A (BPA), το Irganox 1010 (αντιοξειδωτικό), ουσίες που δεν επιτρέπονται όπως η βουτυλοπαραβένη, καθώς και υποπροϊόντα κόλλας πολυουρεθάνης, χρωστικές και φωτοενεργοποιητές μελανιών από ετικέτες, αλλά και βαρέα μέταλλα. Επιπλέον, έχει αρχίσει να καταγράφεται και η παρουσία μικροπλαστικών, αν και οι έρευνες βρίσκονται ακόμη σε αρχικό στάδιο.
Παραδοσιακά, το γυαλί θεωρείται το πιο αδρανές υλικό και παραμένει η επιλογή με την υψηλότερη αποδοχή από τους καταναλωτές. Όμως, οι εναλλακτικές λύσεις συσκευασίας, πιο ελαφριές και φιλικές προς το περιβάλλον κερδίζουν έδαφος. Φιάλες από ανακυκλωμένο PET, κουτιά τύπου bag-in-box, χάρτινες φιάλες όπως οι Frugalpac® και αλουμινένια κουτάκια αποτελούν σύγχρονες επιλογές, που όμως φέρουν νέες προκλήσεις ως προς τη χημική ασφάλεια.
Οι φελλοί, για παράδειγμα, μπορούν να απελευθερώσουν τόσο ευεργετικά πολυφαινολικά συστατικά όσο και ανεπιθύμητες ενώσεις όπως η TCA (2,4,6-τριχλωροανισόλη), η οποία ευθύνεται για την οσμή «μούχλας» που αλλοιώνει το κρασί. Αντίστοιχα, τα πλαστικά πώματα και τα κουτιά PET ενδέχεται να εκλύσουν φθαλικούς εστέρες, ενώ οι αλουμινένιες συσκευασίες απαιτούν επενδύσεις που συχνά περιέχουν BPA.
Παράλληλα, οι κανονισμοί της ΕΕ είναι αυστηροί ως προς την επιτρεπόμενη μετανάστευση ουσιών από υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα. Ο Κανονισμός-πλαίσιο (ΕΚ) 1935/2004 ορίζει ότι τέτοια υλικά δεν πρέπει να απελευθερώνουν ουσίες που ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την υγεία ή να αλλοιώσουν τη γεύση και τη σύνθεση του προϊόντος. Υπάρχουν επίσης εξειδικευμένες νομοθεσίες για τα πλαστικά, τα κεραμικά, τα ανακυκλωμένα υλικά, ακόμη και για τα μέγιστα επιτρεπτά επίπεδα μετάλλων στο κρασί.
Η μετανάστευση χημικών ουσιών επηρεάζεται από παράγοντες όπως η σύσταση και το πάχος του υλικού, η οξύτητα και ο αλκοολικός τίτλος του κρασιού, η διάρκεια και η θερμοκρασία επαφής, καθώς και η παρουσία σκοπίμως ή μη προστιθέμενων ουσιών. Πολλές από αυτές τις ουσίες εντοπίζονται μέσω τεχνικών όπως η αέρια και υγρή χρωματογραφία με φασματομετρία μαζών, ή η φασματοσκοπία επαγωγικά συζευγμένου πλάσματος για την ανάλυση ιχνοστοιχείων.
Εν συνεχεία, η μελέτη αναγνωρίζει σημαντικά κενά στην υπάρχουσα γνώση: η πλειονότητα των ερευνών περιορίζεται στους φελλούς και στα πώματα, ενώ η συνολική εικόνα για άλλα σύγχρονα υλικά παραμένει αποσπασματική. Παράλληλα, οι συνδυασμένες αναλυτικές προσεγγίσεις (στοχευμένες, ύποπτες και μη στοχευμένες) βρίσκονται ακόμη υπό ανάπτυξη.
Συνοψίζοντας, οι ερευνητές καταλήγουν με μια ξεκάθαρη έκκληση: απαιτείται περαιτέρω μελέτη με σύγχρονες αναλυτικές τεχνικές για να κατανοήσουμε σε βάθος το φαινόμενο της χημικής μετανάστευσης. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να διασφαλίσουμε την ασφάλεια και την ποιότητα του κρασιού σε έναν κόσμο που συνεχώς εξελίσσει τις μεθόδους συσκευασίας και κατανάλωσης.
