Του Λεωνίδα Λιάμη
Γνωστότερο κι ως «Αριούσιος οίνος», το περιβόητο κρασί της Χίου, απειλήθηκε με εξαφάνιση μετά το 1822, την αποφράδα χρονιά για τον πληθυσμό του νησιού, λόγω των εκκαθαρίσεων από τους Τούρκους, που οδήγησαν σε μαρασμό και την αμπελοκαλλιέργεια.
Δύο αιώνες μετά, το νοητό νήμα μεταξύ της σύγχρονης οινικής ιστορίας της Χίου και του ένδοξου παρελθόντος της έχει αποκατασταθεί πλήρως κι ο φημισμένος «Αριούσιος οίνος» εδώ και μια δεκαετία έχει κάνει την ολική επαναφορά, «κερδίζοντας» φίλους στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Όλα ξεκίνησαν στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας όταν ο τότε σχεδιαστής τηλεπικοινωνιακών δικτύων, Δημήτρης Κεφάλας, πρωτοστάτησε στην αναβίωση της καλλιέργειας της σπάνιας ποικιλίας «Χιώτικο Κρασερό», η οποία θεωρείται ότι ήταν η ποικιλία παραγωγής του Αριούσιου οίνου.
«Καταφέραμε να διασωθεί και να έρθει μέχρι τις μέρες μας το Χιώτικο Κρασερό, από τους παππούδες και τους πατεράδες μας. Πήραμε άδειες και οι πρώτες φυτεύσεις της ποικιλίας έγιναν στις αρχές της δεκαετίας του 2000», αναφέρει η Άννα Λαγού, υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων της «Αριούσιος Χίος», μιας πολυμετοχικής οινοποιητικής, γεωργικής και τουριστικής εταιρείας, που στήθηκε στη βορειοδυτική Χίο το 2009, με όραμα να ξαναχτίσει και να διαιωνίσει το μύθο του «Αριούσιου οίνου».
Οι ιδιόκτητοι αμπελώνες της Αριούσιος Χίος καλύπτουν σήμερα έκταση περίπου 90 στρεμμάτων και γίνονται και νέες φυτεύσεις, με τις ντόπιες ποικιλίες. Όμως η οινοποιητική επιχείρηση συνεργάζεται και με άλλους ντόπιους αμπελουργούς οι οποίοι καλλιεργούν αμπέλια υπό τις οδηγίες της και με συγκεκριμένα καλλιεργητικά πρωτόκολλα και στη συνέχεια της παραδίδουν τα σταφύλια τους.
«Για τα ερυθρά καλλιεργούμε τις ποικιλίες Χιώτικο Κρασερό, Αγιαννίτης κι Αυγουστιάτης, ο οποίος έχει προέλευση από τα Ιόνια νησιά, αλλά για κάποιον λόγο βρέθηκε και σε εμάς και είπαμε να τον αναπτύξουμε, όχι σε μεγάλες εκτάσεις. Μέχρι στιγμής έχουμε δύο αμπελοτόπια, περίπου 10 στρέμματα τα οποία βρίσκονται κοντά στη θάλασσα. Οι υπόλοιπες ερυθρές καλλιεργούνται σε υψόμετρο από 350 έως 450 μέτρα. Όσον αφορά στα λευκά μας κρασιά, βασικές μας ποικιλίες είναι το Ασύρτικο και το Αθήρι» εξηγεί η κ. Λαγού, η οποία εκπροσώπησε το οινοποιείο στο Thessaloniki Wine Show, σημειώνοντας «ότι το Χιώτικο Κρασερό είναι η «αιχμή του δόρατος» της παραγωγής του οινοποιείου. Μιλάμε για μια πολύ έντονη στη γεύση ποικιλία, με έντονη προσωπικότητα, που είναι για απαιτητικούς και καλά εκπαιδευμένους ουρανίσκους».
Είναι ενδεικτικό πως επί συνόλου περίπου 40.000 φιαλών, που παράγει ετησίως η «Αριούσιος Χίος» σε λευκά και ερυθρά ΠΓΕ κρασιά, οι σχεδόν 15.000 – 16.000 φιάλες έχουν ως πρώτη ύλη Χιώτικο Κρασερό, το οποίο όπως και το ασύρτικο του οινοποιείου, οινοποιούνται τελείως φυσικά, χωρίς ζύμες, φιλτραρίσματα, θειώδη και άλλα πρόσθετα.
«Αυτό είναι κάτι που έχει πετύχει πολύ και ήδη το 95% της παραγωγής των συγκεκριμένων κρασιών μας, εξάγεται στη Γένοβα, στην Ιταλία, που σημαίνει πως πρόκειται για οίνους που έχουν μια ευρωπαϊκή αποδοχή» τονίζει η συνομιλήτριά μας, προσθέτοντας πως στα πλάνα της εταιρείας είναι να προχωρήσει και σε άλλου είδους πειραματικές παραγωγές με φυσική οινοποίηση, με σκοπό να μελετηθεί πως αντιδρούν οι ποικιλίες.
Εκτός από το «Χιώτικο Κρασερό», η «Αριούσιος Χίος» δίνει ιδιαίτερο βάρος και στην επίσης τοπική ποικιλία «Αγιαννίτης», την οποία μπορεί να βρει κανείς και σε πολύ μικρές εκτάσεις σε ακόμη ένα δύο νησιά στο Αιγαίο. «Συνήθως τη βρίσκει κανείς σε πρόσμιξη με το Χιώτικο Κρασερό. Εμείς, όμως, για πρώτη φορά φέτος τολμήσαμε και το βγάλαμε σε ένα μονοποικιλιακό. Είναι σοδειά του 2021 και κυκλοφόρησε φέτος σε μια πειραματική εκδοχή του, σε συνολικά 2.000 φιάλες. Μέχρι στιγμής οι εκθέσεις στις οποίες πήγαμε δείχνουν ότι έχει πολύ καλά αποτελέσματα και αγκαλιάστηκε από το οινόφιλο κοινό», αναφέρει η κ. Λαγού. Τονίζει ακόμη ότι πρόκειται για ένα κρασί, με σκούρο ροζέ χρώμα, το οποίο δεν το πειράξαμε καθόλου. Γευστικά έχει πάρει όλα τα αρώματα της Χίου, βγάζει λίγη καραμέλα, λίγο άγριο αχλάδι και κάτι από μεταλλεύματα, τα οποία είναι βασικό χαρακτηριστικό της περιοχής και όλα μας τα κρασιά μας έχουν επηρεαστεί από αυτό το terroir».
Το σύγχρονο οινοποιείο της Αριούσιος Χίος έχει συνολική δυναμικότητα 300 τόνων, από την οποία σήμερα εξαντλείται περίπου το μισό της, που σημαίνει πως υπάρχει ακόμη περιθώριο για ανάπτυξη πριν χρειαστεί να γίνουν παρεμβάσεις επέκτασης. Είναι το μοναδικό επισκέψιμο στη Χίο, με ειδική σήμανση και εκεί γίνονται διάφορες εκδηλώσεις που έχουν να κάνουν με τη γευσιγνωσία, αλλά και την εκπαίδευση του κοινού, γύρω και από την υπεύθυνη κατανάλωση του κρασιού.
Στη γκάμα των οίνων της η οινοποιητική επιχείρηση έχει την «Αριουσία Χώρα», ένα χαρμάνι από ασύρτικο και αθήρι, την «Armonia», ένα blend από μαλαγουζιά και ασύρτικο, το «Greek Islands» ένα μονοποικιλιακό ασύρτικο ΠΓΕ και το «Ασύρτικο» ΠΓΕ, ενώ στα ερυθρά κρασιά υπάρχει ο «Αυστηρός» ΠΓΕ, από Χιώτικο κρασερό κι αγιαννίτη, ο «Γλυκάζων» ΠΓΕ από χιώτικο κρασερό, το «Chios Vita» από αυγουστιάτη και αγιαννίτη και το «Χιώτικο» μονοποικιλιακό κρασερό ΠΓΕ. Τη γκάμα συμπληρώνει ο «Αριούσιος Ροζέ», μονοποκοιλιακός αγιαννίτης. Όσον αφορά στη διάθεση της παραγωγής, από το 2011 και μετά το 60% εξάγεται στις ΗΠΑ, την Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία και σε κάποιες άλλες χώρες, ενώ το υπόλοιπο απορροφάται από την ελληνική αγορά.
Αριούσιος ονομάστηκε ο συγκεκριμένος οίνος, διότι στην περιοχή της βορειοδυτικής Χίου, ανάμεσα Μέλαινα Άκρα και το όρος Πελιναίο, στα χωριά που εκτείνονται γύρω από την οροσειρά της Αμανής υπήρχε στην αρχαιότητα, χαρτογραφημένη και οριοθετημένη από τον Στράβωνα η Αριουσία χώρα, η οποία ονομάστηκε έτσι εξαιτίας του πλήθους ενός είδους φυτού ο οποίος λέγεται Αρία και πάνω στον οποίο αναρριχώταν τα άγρια κλήματα που είχαν εκείνη την εποχή οι κάτοικοι του νησιού.