Συνέντευξη στον Γιάννη Πανάγο
«Εµείς από την αρχή που ξεκινήσαµε την ιστορία του Κτήµατος Τσέλεπου βάλαµε κάποιους κανόνες: Αµπελουργοί, οινοποιοί και όριο παραγωγής που θα µπορούµε να ελέγχουµε την ποιότητα. Εµείς πιστεύουµε ότι το Κτήµα Τσέλεπου πλέον έφτασε σε αυτό το όριο. Είναι ένα µεσαίο όριο, δεν είναι δηλαδή ούτε µεγάλο ούτε µικρό οινοποιείο. Είναι βιώσιµο και κερδοφόρο και µπορεί και βγάζει όλες τις υποχρεώσεις του άνετα. Εποµένως για µας δεν έχει καµιά σηµασία το να µεγαλώσει άλλο και να κάνεις τζίρους και κερδοφορίες» ξεκαθαρίζει από την αρχή της κουβέντας µας, ο σκαπανέας του ελληνικού οίνου, Γιάννης Τσέλεπος.
Ας δούµε την αρχή τη διαδροµή του Γιάννη Τσέλεπου, πως ξεκίνησε, πριν από 50 χρόνια περίπου;
Έφυγα από την Κύπρο το σηµαδιακό έτος του 1974. Ο πατέρας µου είχε σκοτωθεί το 1964 στην επέµβαση και εµείς περάσαµε παρά πολύ δύσκολα. Μια φτωχή λαϊκή οικογένεια που έπρεπε να λύσει το βιοποριστικό της πρόβληµα. Οι σπουδές µου στην Κύπρο ήταν σε Πρακτικό Γυµνάσιο, µου άρεσε πολύ η Χηµεία, έτσι άρχισα να ψάχνοµαι στο Χηµικό της Γαλλίας. Εκεί είδα ότι θα ήταν καλύτερα να κάνω κάτι εφαρµοσµένο και σίγουρα δεν είχα στο µυαλό µου να γίνω επιχειρηµατίας. Έτσι, σιγά σιγά έρχεται η ιστορία της Οινολογίας µε την παραµονή µου στη Βουργουνδία, όπου αλλάξανε τα πάντα. Αρχίζω να βλέπω το κρασί σαν ένα είδος πολιτισµού και µπαίνω στο νόηµα της κουλτούρας του Βουργουνδέζου παραγωγού.
Η οινοποίηση ωστόσο δεν ξεκινάει αµέσως;
Έπρεπε να κάνουµε και άλλες δουλειές για να χρηµατοδοτήσουµε το βιοποριστικό µας. Στη Γαλλία δεν είχαµε οικονοµική βοήθεια, άρα δουλεύαµε και σπουδάζαµε. Εποµένως, ερχόµενοι µετά το τέλος των σπουδών δεν µπορούσαµε απευθείας να γίνουµε οινοποιοί. Να πω εδώ ότι ήµουν ο πρώτος σύµβουλος οινολόγος στην Ελλάδα το 1981 και είχα πάρα πολλά οινοποιεία τα οποία παρακολουθούσα, και συγχρόνως άρχισα να αναπτύσσω εµπορικές δραστηριότητες. Μαζί µε ένα συνάδελφό µου κάναµε µια εταιρεία κατασκευής και προώθησης βαρελιών. Είχαµε µελετήσει τα είδη ξυλείας, είχαµε επισκεφθεί τη Ρουµανία, τη Ρωσία, την Αυστρία, τη Σερβία, τη Βόρεια Ιταλία και γνωρίσαµε την ιστορία της κατασκευής τους. Μιλούσαµε τότε για παλαίωση του κρασιού και φέρναµε βαρέλια ελαφρώς µεταχειρισµένα, που τα µεγάλα chateau αλλάζανε κάθε 2-3 χρόνια, τα επεξεργαζόµασταν και τα προσφέραµε σε ελληνικές εταιρείες που δεν είχαν την οικονοµική δυνατότητα να πάρουνε καινούργια. Αυτό µας βοήθησε πάρα πολύ οικονοµικά. Εκεί, έρχεται η ιστορία µε διάφορα κτήµατα στην Πελοπόννησο και στη Στερεά Ελλάδα.
Εποµένως σιγά σιγά αρχίσατε να χτίζετε τον αµπελώνα;
Ξεκίνησα σιγά σιγά από το 1989 να φυτεύω τα αµπέλια µου και να χτίζουµε τον αµπελώνα στη Μαντινεία, τον οποίο επέλεξα γιατί είχα δουλέψει περίπου 12 χρόνια στην περιοχή, όπου είχαµε φτιάξει το πρώτο εµφιαλωµένο Μοσχοφίλερο µε τους αδερφούς Νασιάκου, που ήταν το παλαιότερο οινοποιείο της περιοχής. Σιγά σιγά µαζί µε τον Κωνσταντίνο Αντωνόπουλο κάναµε το µεγάλο «µπαµ» όσον αφορά το Μοσχοφίλερο. Ήµουν ο οινολόγος του για επτά χρόνια ως και το θάνατό του και µετά τράβηξα τον µοναχικό δρόµο της Μαντινείας. Είχαν αρχίσει να αποδίδουν οι πρώτοι αµπελώνες και βγάλαµε την πρώτη Μαντινεία «Κτήµα Τσέλεπου» το 1992, η οποία ήταν ένα άλλο στυλ από αυτά που κυκλοφορούσαν και άρχισε όλος ο κόσµος να µιλάει γι’ αυτό. Ήµασταν εµείς, ο Σπυρόπουλος, ο Γιώργος Σκούρας, αλλά υπήρχαν και οι µεγάλες εταιρείες, Κουρτάκης, Μπουτάρης, Τσάνταλης, Achaia Clauss, όλοι είχαν και ένα Μοσχοφίλερο.
Το Μοσχοφίλερο είναι ταυτόσηµο και µε την περιοχή;
Αυτήν τη στιγµή υπάρχει το Μοσχοφίλερο, το οποίο είναι µια ποικιλία που χρειάζεται συγκεκριµένες συνθήκες για να δώσει τα χαρακτηριστικά που προσδίδει στη Μαντινεία. Σε άλλες περιοχές δεν δίνει αυτά τα χαρακτηριστικά, και προσωπικά πιστεύω ότι εκεί είναι το λεγόµενο Φιλέρι. Με το υψόµετρο και το µικροκλίµα της Μαντινείας δίνει τις παραλλαγές του και φτάνει να δίνει το ιδιαίτερο άρωµα και την οξύτητα. Γι’ αυτό εµείς επιµέναµε πάντα στην Ονοµασία Προέλευσης Μαντινεία και αυτό σηµαίνει ότι Μοσχοφίλερο ίσον Μαντινεία. Να πούµε ότι φτάσαµε σε µια εποχή γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1990 να υπάρχουν 160 ετικέτες. Έτσι, άρχισαν τα προβλήµατα. ∆εν υπήρχε σταφύλι, οι τιµές ανέβηκαν, άρχισαν τα πρώτα παρατράγουδα και η ποικιλία έχασε την αίγλη της.
Είναι αλήθεια ότι εµείς σαν καταναλωτές, και της γενιάς µου µάλιστα, βιώσαµε τη φθορά του Μοσχοφίλερου, τη φήµη του οποίου, διακρίνω, προσπαθείτε να αποκαταστήσετε.
Εγώ πιστεύω στον κύκλο του κάθε προϊόντος: αφού ήρθε η άνοδος µετά σειρά είχε η πτώση. Η πτώση βοήθησε γιατί όσοι δεν είχαν καµιά ουσιαστική σχέση µε τη Μαντινεία αποχωρήσαν και µείναµε λίγοι και καλοί και αρχίσαµε να δουλεύουµε σοβαρά. Με την πάροδο του χρόνου, ήρθε η νέα γενιά των ανθρώπων του Μοσχοφίλερου, παιδιά οινοποιών, παιδιά αµπελουργών, παιδιά από την Αρκαδία, οι οποίοι µιλούσαν για το Μοσχοφίλερο.
Θα µπορούσαµε να πούµε ότι αυτοί είναι οι Mantinians;
Ναι. Εµείς ως Κτήµα Τσέλεπου από την αρχή θεωρούσαµε ότι η Μαντινεία έπρεπε να έχει µια δική της ανάπτυξη. Να γίνει, δηλαδή, µια οµάδα παραγωγών µε τη νέα γενιά, τη νέα φιλοσοφία και νοοτροπία, αλλά και τη φρεσκάδα που φέρνουν τα νέα µυαλά. Γι’ αυτό βλέπεις ότι είναι όλο νέα παιδιά, και εµείς οι παλιοί παρότι στηρίζουµε είµαστε από πίσω και αυτή τη στιγµή το κίνηµα των Mantinians ξαναοδηγά τη Μαντινεία στη θέση που της ανήκει.
Να πούµε και την ιστορία µε την Αµαλία, αυτή την ιδιαίτερη εκδοχή του Μοσχοφίλερου.
Όταν αρχίσαµε και δουλεύαµε στη Μαντινεία, είχαµε βάλει σαν στόχο να βρούµε όλες τις απόψεις και τις διαφορετικές εκφράσεις του Μοσχοφίλερου. Έτσι, αφού επιµείναµε στην Ονοµασία Προέλευσης στο λευκό ξηρό, έπρεπε να προχωρήσουµε -και ήµασταν οι πρώτοι εν έτει 1996- και κάναµε αφρώδες κρασί. Με την παραδοσιακή µέθοδο της Καµπανίας. ∆ύσκολο. Τα πρώτα χρόνια ήταν πραγµατικός αγώνας, παιδευόµασταν να πουλήσουµε 1.000 φιάλες. Σταδιακά όµως καταφέραµε να το εξελίξουµε και σήµερα είναι η δεύτερη σηµαντικότερη ετικέτα του Κτήµατος και πουλάµε 150.000 φιάλες. Ευτυχώς ήρθε και η νέα γενιά που βγάζει κρασιά petnat, και υπάρχει µια εκδοχή του Μοσχοφίλερου στα αφρώδη κρασιά. Να πούµε επίσης ότι υπήρχε η αντίληψη ότι το Μοσχοφίλερο είναι µια ποικιλία που δεν παλαιώνει, αλλά από τα µέσα του 2000 δέχεται παλαίωσης. Στην αρχή το βγάλαµε σαν Μαντινεία βαρέλι και µετέπειτα έγινε το blanc de gris, είναι δηλαδή άσπρο κρασί από γκρι σταφύλια. Μπορεί να παλαιώσει από 5 ως 8 χρόνια άνετα και να εξελιχθεί και να δώσει αρώµατα που δεν µπορείς να πιστέψεις ότι είναι του Μοσχοφίλερου. Σιγά σιγά βλέπουµε ότι και άλλοι συνάδελφοι έβγαλαν κρασιά που παλαιώνουν και άλλες εκδοχές. Μια από αυτές είναι το ροζέ στο οποίο αρχίζουµε και µπαίνουµε σήµερα, αλλά θέλει µελέτη. Αυτή τη στιγµή έχουµε 4-5 διαφορετικές εκδοχές του Μοσχοφίλερου που µπορούν να διατηρήσουν ένα οινοποιείο βιώσιµο.
Να ξεκαθαρίσουµε ωστόσο ότι ΠΟΠ Μαντινεία είναι το λευκό Μοσχοφίλερο.
Αυτήν τη στιγµή ΠΟΠ Μαντινεία είναι το λευκό, αλλά µετά από αγώνα καταφέραµε να κάνουµε ΠΟΠ και το αφρώδες. Υπάρχει το Amalia Vintage που είναι Ονοµασίας Προέλευσης, έπειτα από 8 χρόνια αγώνα. Αυτά είναι τα προβλήµατα που πρέπει να δούµε και αντιµετωπίσαµε µε το ελληνικό κράτος. Τώρα συζητούµε να το εµπλουτίσουµε µε κάποια ροζέ και κάποια άλλα κρασιά. Φυσικά, το ροζέ µπορεί να γίνει Ονοµασίας Προέλευσης, αλλά έχουµε κάποιους ενδοιασµούς όσον αφορά το αφρώδες. Στο σηµείο αυτό είναι σηµαντικό να αναφερθούµε στα αµπελοτόπια. Αυτή ήταν η επόµενη κίνηση του Κτήµα Τσέλεπου. Ήµασταν οι πρώτοι που λανσάραµε τον όρο «αµπελοτόπι» το 1997 όταν λανσάραµε τον Κοκκινόµυλο. Πρόκειται για τα ονόµατα των αµπελιών που θέλουµε να δώσουµε την έκφραση του terroir και του µικροκλίµατος της περιοχής. Βγάζουµε τέσσερα αµπελοτόπια, τον Κοκκινόµυλο, το Αυλοτόπι, τη Μελισσόπετρα και τον Μαρµαριά. Είναι µια χρυσή περιόδος για τα αµπελοτόπια την οποία ακολούθησαν κι άλλοι.
Μετά τη Μαντινεία περάσατε στη ζώνη της Νεµέας σωστά;
Ήταν µια κίνηση µελετηµένη. Σκεφτόµουν και ήθελα πάντα να κάνω ένα δεύτερο οινοποιείο, στο οποίο θα συµπεριλάβω όλες τις σηµαντικές ελληνικές ποικιλίες και περιοχές. Ήταν ένα όνειρο-όραµα, το οποίο σιγά σιγά άρχισα να υλοποιώ. Ξεκίνησε µε έναν αµπελώνα στη Νεµέα και το Κτήµα ∆ρυόπη το δηµιουργήσαµε το 2004. Αγοράσαµε 120 στρέµµατα αµπελώνα -σήµερα έχουµε 140 και 60 συνεργαζόµενους αµπελώνες- και φτιάξαµε ένα µικρό οινοποιείο και αρχίσαµε να δουλεύουµε πάνω σε αυτό, µονοποικιλακά µόνο µε Αγιωργίτικο. Είναι ένα µικρό οινοποιείο σήµερα που παράγει περίπου 150.000 φιάλες, αλλά είναι αυτό που ονειρευόµασταν και δεν θέλουµε να µεγαλώσει άλλο.
Μετά ήρθε η Σαντορίνη…
Στη Σαντορίνη δεν είναι δυνατόν να αγοράσουµε ένα αµπέλι γιατί η αξία του είναι στα ύψη. Να ξέρετε ότι είναι πιο ακριβό ένα αµπέλι στη Σαντορίνη απ’ ό,τι στην Καµπανία. Έτσι, ψάχναµε ένα συνεργάτη που να έχει αµπέλι, και να βάλουµε εµείς την τεχνογνωσία και αυτός τον αµπελώνα. Έτσι, βρήκαµε την οικογένεια Χρυσού. Τα µεγάλα οινοποιεία δεν έχουν µέλλον σ’ αυτή την περιοχή. Είναι µια νέα Βουργουνδία, µικρά κτήµατα και µικρές κάναβες που κάνουν υπέρ premium κρασιά. ∆υστυχώς, όπως έχουν οι σηµερινές συνθήκες δεν µπορεί η Σαντορίνη να επιβιώσει χωρίς υπέρ premium τιµές. Αυτή είναι µια πραγµατικότητα που δεν µπορούν να καταλάβουν οι οινοποιοί της Σαντορίνης. ∆εν µπορούν να βγάζουν κρασιά στη µεσαία τιµή και κάτω όταν η τιµή του σταφυλιού είναι 9 ευρώ. Αυτό σηµαίνει ότι πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία των οινοποιών της Σαντορίνης, γι’ αυτό εµείς διαφωνούµε στην όλη διαχείριση και δεν συµµετέχουµε καν στα όργανα της Σαντορίνης.
Μάθαµε τελευταία για ένα καινούργιο εγχείρηµά σας στη Νάουσα.
Οι τέσσερεις ποικιλίες πρεσβευτές ολοκληρώνονται µε το Ξινόµαυρο της Νάουσας. Για µας ήταν πολύ σηµαντικό και προχωρήσαµε στην αγορά ενός πολύ καλού αµπελοτόπιου 25 στρεµµάτων το οποίο φυτεύουµε φέτος. ∆εν βιαζόµαστε, γιατί είναι ένα όραµα αυτά τα κρασιά. ∆εν είναι επιχειρηµατικό εγχείρηµα όπως το Κτήµα Τσέλεπου, αλλά µια άλλη αντίληψη του ελληνικού κρασιού.
Αυτό σηµαίνει ότι, όπως στη Σαντορίνη, όπου επικοινωνήσατε µε µια διαφορετική φιλοσοφία το Ασύρτικο, αντίστοιχα θα µπορούσατε µε µεγάλη άνεση να κάνετε το ίδιο και στη Νάουσα.
Στη Νάουσα είναι διαφορετικά οι παραγωγοί έχουν και την κουλτούρα και τη νοοτροπία. Είναι όλοι µικροί παραγωγοί και ανοιχτόκαρδοι και δεν µας είδαν ανταγωνιστικά, όπως σε άλλες περιοχές. Καταλαβαίνουν ότι δεν πήγαµε να γίνουµε πλούσιοι και να τους πάρουµε τις πωλήσεις. Πάµε να στηρίξουµε το Ξινόµαυρο για να αποκτήσει τη θέση και τη φήµη που του αξίζει. Μέσα στο κτήµα υπάρχει και ένα κτίσµα περίπου 100 χρόνων που θα µεταµορφώσουµε σε οινοποιείο και σε κάβα, και υπάρχει και ένας µικρός ξενώνας από πάνω που θα φτιαχτεί επίσης για να δέχεται κάποιους ανθρώπους. Όλα αυτά είναι σε ορίζοντα 5-7ετιας και είναι όραµα και της νέας γενιάς.
Αυτά που συµβαίνουν µε τους δασµούς σας δηµιουργούν κάποια συναισθήµατα;
Εµείς έχουµε δει πάρα πολλές αναταράξεις στη διαδροµή µας. Πιστεύω ότι πρέπει να σκεφτούν και να κάτσουν οι ιθύνοντες, ιδίως της ΕΕ, να δουν τι συµφέρει το ευρωπαϊκό κρασί. ∆εν µπορεί η ΕΕ να θέλει να επιβάλλει δασµούς στο αµερικανικό ουΐσκι το οποίο είναι ελάχιστο, ενώ εξάγουµε στην Αµερική δισεκατοµµύρια λίτρα κρασί. Θέλει ανθρώπους πιο σοβαρούς και πιστεύω ότι η ΕΕ δεν αντιµετωπίζει αυτή τη στιγµή σωστά τους δασµούς Τραµπ.
Το γεγονός ότι το κρασί δηµιουργεί αυτή την αίγλη στο επιχειρηµατικό της πεδίο, καθώς ξεδιπλώνει αυτή την ξεχωριστή κουλτούρα, µπορεί να αυξήσει τόσο, το κρασί που παράγεται στον κόσµο, ώστε να είναι περισσότερο από αυτό που ζητάει η κοινωνία µας;
Υπάρχουν αγορές της Ασίας που αν ανοιχτούν θα είναι ελλειµµατικό το κρασί, και όπου µιλάµε για τρελά νούµερα. Αλλά δυστυχώς πρέπει να περάσει στην κουλτούρα τους. Αυτό πάθαµε και στην Κίνα. Ο Κινέζος έπινε κρασί γιατί µιµείται τον Ευρωπαίο και τον Αµερικάνο, αλλά δεν είναι στην κουλτούρα του. Έτσι, µε το πρώτο µπαµ έφυγε από το κρασί. Το κρασί που πουλιόταν στην Κίνα στην περίοδο του covid σε σχέση µε σήµερα µας κάνει να προβληµατιστούµε, αλλά πρέπει να δώσουµε σωστές πληροφορίες στους καταναλωτές της Ασίας και σιγά σιγά να τους προσεγγίσουµε. Το χειρότερο παιχνίδι το έπαιξαν οι Γάλλοι, οι οποίοι ήθελαν να επιβάλλουν στους Κινέζους ότι τα κρασιά τους είναι σαν coca cola και είχαµε τα αποτελέσµατα που είδαµε.
Ο Άρης και η Ανδριανή γεννήθηκαν µέσα στο αµπέλι
Χωρίς να τους πιέσουµε και µε ένα δικό µας τρόπο τους φέραµε κοντά στο Κτήµα. Μόνοι τους επέλεξαν να ασχοληθούν µε αυτό και για αυτό κάνανε πολύ σηµαντικές σπουδές Έχουν το backround για να ξεκινήσουν και την αγάπη µας, και είναι πιο τυχεροί από µας γιατί βρήκαν ένα κτήµα το οποίο πρέπει να εξελίξουν και όχι να δηµιουργήσουν. Φυσικά πολύ σηµαντική είναι η βοήθεια της µητέρας τους Αµαλίας. Είναι η ψυχή του κτήµατος.
