Σύμφωνα με τη Διευθύνουσα Σύμβουλο της Wines of Argentina, Magdalena Pesce, το 2025 υπήρξε χρονιά αναγκαστικής αναδιάρθρωσης. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση μειώθηκε έως και 18% στο αποκορύφωμα της κρίσης, πλήττοντας κυρίως τα κρασιά εισαγωγικού επιπέδου και τα προϊόντα σε κουτί. Ωστόσο, τα κρασιά μεσαίας και υψηλής ποιότητας έδειξαν αξιοσημείωτη αντοχή. Οι καταναλωτές αγοράζουν λιγότερο, αλλά πιο συνειδητά, επιλέγοντας ετικέτες που εγγυώνται ποιότητα και συνέπεια.
Ο δημοσιογράφος οίνου Fabricio Portelli περιγράφει εύστοχα το 2025 ως μια διπολική χρονιά. Οι πωλήσεις μειώθηκαν, ακολουθώντας τη γενικότερη οικονομική στασιμότητα και τις παγκόσμιες γεωπολιτικές αβεβαιότητες, ενώ παράλληλα ενισχύεται μια τάση μετριοπάθειας και υγιεινότερου τρόπου ζωής, ιδιαίτερα στις νεότερες ηλικίες. Κι όμως, την ίδια στιγμή, η Αργεντινή ζει την πιο λαμπρή περίοδο διεθνούς αναγνώρισης των τελευταίων είκοσι ετών: κρασιά με 100 βαθμούς, κορυφαία βραβεία από το Wine Enthusiast και ισχυρή παρουσία στις λίστες των καλύτερων οινοποιείων παγκοσμίως. Μια αντίφαση που, όπως τονίζει, θα πρέπει να εξισορροπηθεί έως το 2026.
Ο Fernando “Musu” Musumeci μιλά για ένα παράδοξο δύσκολο να χωνευτεί. Στο απόγειο της ποιότητας, της ποικιλομορφίας και της καινοτομίας, η κατανάλωση βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Το κόστος παραγωγής έχει εκτοξευθεί και οι τιμές του κρασιού έχουν πολλαπλασιαστεί σε όρους δολαρίου μέσα σε λιγότερο από μία δεκαετία, συρρικνώνοντας αναπόφευκτα την αγορά. Κι όμως, ταυτόχρονα, αναδύονται νέοι αμπελώνες, αναβιώνουν ιστορικές περιοχές και παλιές, γηγενείς ποικιλίες αντιμετωπίζονται με φροντίδα και φιλοδοξία που δεν υπήρχε στο παρελθόν. Η ποιότητα ανεβαίνει συνολικά, όχι μόνο στην κορυφή της πυραμίδας. Το πρόβλημα είναι ότι αυτό το δυναμικό οικοσύστημα συνυπάρχει με υποτονική κατανάλωση, υπερκορεσμό ετικετών και πιέσεις τιμών από μεγάλους παίκτες που πωλούν ακόμη και κάτω του κόστους.
Στην εγχώρια αγορά, η εικόνα παραμένει κατακερματισμένη. Η Ivana Piñar, επικεφαλής σομελιέ στο Hotel Madero, διαπιστώνει σταθερό όγκο αλλά έντονη διαφοροποίηση συμπεριφορών: από καταναλωτές που αναζητούν αξία σε βασικά κρασιά, έως ένα πιο απαιτητικό κοινό που μειώνει την ποσότητα αλλά αυξάνει την ποικιλία και την ποιότητα. Το αποτέλεσμα είναι η εντυπωσιακή άνοδος των λευκών και ροζέ, πιο φρέσκων και τραγανών κρασιών με χαμηλότερο αλκοόλ, καθώς και η ανάδυση μιας νέας κατηγορίας: κρασιά χαμηλής ή μηδενικής περιεκτικότητας σε αλκοόλ.
Στο ίδιο μήκος κύματος, η Marisol de la Fuente υπογραμμίζει τη μεγάλη προσπάθεια των οινοποιείων να επανεφεύρουν τον εαυτό τους, να κατανοήσουν έναν πιο ενημερωμένο και συνειδητό καταναλωτή και να προσαρμόσουν όχι μόνο τα προϊόντα, αλλά και τον τρόπο που επικοινωνούν. Ακόμη και τα πιο παραδοσιακά οινοποιεία αλλάζουν ύφος, στρατηγική και στυλ για να παραμείνουν επίκαιρα.
Στις εξαγωγές, το τοπίο παραμένει σύνθετο. Ο όγκος μειώνεται, κυρίως λόγω του χύμα οίνου, όμως η αξία αυξάνεται, επιβεβαιώνοντας τη στρατηγική στροφής προς το premium. Η Αργεντινή εξάγει λιγότερο, αλλά καλύτερα, χτίζοντας ένα πιο ώριμο και αναγνωρίσιμο εθνικό brand. Παράλληλα, νέες πρωτοβουλίες όπως το “The Wine for Now” και προγράμματα βιωσιμότητας ενισχύουν την εικόνα ενός κρασιού σύγχρονου, ευέλικτου και συνδεδεμένου με το παρόν.
Κοιτώντας προς το 2026, όλοι συμφωνούν ότι οι προκλήσεις δεν τελειώνουν. Η αγορά θα γίνει πιο απαιτητική, τα αποθέματα πιέζουν και η ανάγκη προσαρμογής είναι επιτακτική. Όμως μέσα σε αυτή τη δυσκολία, αναδύεται και μια καθαρή κατεύθυνση: λιγότερο κρασί, περισσότερη ουσία. Κρασιά με ταυτότητα, αυθεντικότητα και πραγματική αίσθηση τόπου. Κρασιά που δεν απευθύνονται στη γνώση, αλλά στην απόλαυση. Εκεί, όπως φαίνεται, χτυπά η καρδιά του μέλλοντος του αργεντίνικου κρασιού.

























