του Γιώργου Λαμπίρη
Ο λόγος για την αποσταγµατοποιία «35» µε έδρα των Πηγιανό Κάµπο Ρεθύµνου, η οποία προχώρησε στην παλαίωση της τσικουδιάς, παρουσιάζοντας το σχετικό προϊόν στην φετινή έκθεση «Ελληνικά Αποστάγµατα» που διοργάνωσε η Vinetum.
Όπως λέει η οινολόγος, Βίκυ Παλαιοκώστα, «η παλαιωµένη τσικουδιά παραµένει για 12 µήνες σε δρύινο γαλλικό βαρέλι πρώτης τοποθέτησης. Πρόκειται για ένα απόσταγµα που φέρνει στην επιφάνεια αρώµατα βουτύρου, βανίλιας, ξηρών καρπών και µελιού. Πρόσφατα διακρίθηκε µε το χρυσό βραβείο στον ∆ιεθνή ∆ιαγωνισµό Οίνων και Αποσταγµάτων Θεσσαλονίκης».
Ο πειραµατισµός τριών αποσταγµατοποιών Ρεθύµνου
Η παλαιωµένη τσικουδιά αποτέλεσε τoν πειραµατισµό και επί της ουσίας τη µετεξέλιξη των αποσταγµάτων που παράγει η ρεθυµνιώτικη «35», η οποία απαρτίζεται από τους Γιώργο Μαρκουλάκη, Παντελή Φανουργάκη και Ηλία Μελισσουργό. Η ονοµασία «35» προήλθε από το γεγονός ότι η αποσταγµατοποιία βρίσκεται στον 35ο παράλληλο που διασχίζει οριζόντια την Κρήτη και επί της ουσίας επηρεάζει καθοριστικά το κλίµα του νησιού. «Η προσπάθειά µας ξεκίνησε πειραµατικά, καθώς αποφασίσαµε να συµβαδίσουµε µε την ευρύτερη τάση που καταγράφεται τελευταία για την παραγωγή παλαιωµένων αποσταγµάτων», λέει η κ. Παλαιοκώστα. Το προϊόν παράγεται µε τη µέθοδο της ασυνεχούς απόσταξης σε χάλκινο κλασµατικό άµβυκα.
Σύµφωνα µε την οινολόγο της αποσταγµατοποιίας, στα πλάνα είναι να δηµιουργηθεί και µία τσικουδιά βαθύτερης παλαίωσης, µε παραµονή για περισσότερο χρονικό διάστηµα των 12 µηνών σε βαρέλια σε σύγκριση µε την υπάρχουσα εµφιάλωση. «Από την πλευρά επιδιώξαµε να αναδείξουµε ένα ιστορικό προϊόν, την τσικουδιά, στην καλύτερή της έκφραση. Κι αυτό γιατί κατά τα προηγούµενα χρόνια σε αρκετές των περιπτώσεων έχουµε δει να παρουσιάζονται στην αγορά αποστάγµατα που µπορεί να είναι βλαπτικά ακόµα και για τον ανθρώπινο οργανισµό».
Η «35» αξιοποιεί στα αποστάγµατά της γηγενείς ποικιλίες της Κρήτης, όπως είναι η κλασική τσικουδιά µε 60% βιδιανό, 20% λιάτικο και 20% ρωµέικο. Επίσης διαθέτει και δύο µονοποικιλιακές τσικουδιές µία από Syrah και ακόµα µία από Μοσχάτο Σπίνας, η οποία παρουσιάζει έντονα ανθικά στοιχεία. ∆ιαθέτει επίσης και µία τσικουδιά, στην οποία προστίθεται κρητικό θυµαρίσιο µέλι και σε αυτή την περίπτωση µε τη µείξη των τριών τοπικών ποικιλιών, βιδιανού, ρωµέικου και λιάτικου. Το σύνολο της παραγωγής της αποσταγµατοποιίας κατά την τελευταία παραγωγική περίοδο ανήλθε σε 10.000 τόνους αποσταγµάτων, ενώ για την προµήθεια των σταφυλιών της προµηθεύεται ποσότητες από αµπελουργούς της Κρήτης.
Όλες οι τσικουδιές της 35Ν παράγονται στο Ρέθυµνο, ακολουθώντας τη µέθοδο της ασυνεχούς απόσταξης σε χάλκινο κλασµατικό άµβυκα. Και οι 4 κωδικοί κυκλοφορούν σε αριθµηµένα διαφανή µπουκάλια των 200, 500 και 700ml.