Δημοσιεύτηκε πρόσφατα ο Άτλας που αναδεικνύει τις ρίζες του ιταλικού αμπελώνα. Οχτώ επιστημονικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένου πανεπιστήμια και κέντρα ερευνών συνεργάστηκαν για την έρευνα. Η ιδέα περιλάμβανε την ενίσχυση της πολιτιστικής κληρονομιάς του ιταλικού κρασιού, η οποία δίνει τη δυνατότητα μοναδικής αναγνώρισης και περιγραφής των διαφορετικών αμπελιών, αξιολογώντας τις υπάρχουσες γενετικές σχέσεις και εντοπίζοντας προγονικούς τύπους.
Για το σκοπό αυτό, μελετήθηκαν τα γενετικά προφίλ εκατοντάδων ποικιλιών σταφυλιών (από τις ευρέως διαδεδομένες έως τις τοπικές) που διατηρούνται σε ιταλικές και διεθνείς συλλογές, παρουσιάζοντας έτσι έναν Άτλαντα καταγωγής του ιταλικού αμπελώνα.
Το Υπουργείο Γεωργίας και το ίδρυμα AGER (Αγροτροφία και έρευνα) χρηματοδότησαν την έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε από το CREA – συμβούλιο έρευνας στη γεωργία και την ανάλυση της γεωργικής οικονομίας, με το Πανεπιστήμιο της Pisa, το Πανεπιστήμιο της Modena και Reggio Emili, το Πανεπιστήμιο της Foggia, το Πανεπιστήμιο του Palermo, το Πανεπιστήμιο της Tuscia, του Torino και το CNR – Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας του Torino.
Τα αμπέλια στο ιταλικό έδαφος είναι άφθονα και αποτελούν αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων, όπως η γεωγραφική θέση, η ποικιλομορφία των καλλιεργούμενων περιοχών, οι επιλογές των αμπελουργών και οι ιστορικές παραδόσεις. Υπάρχει ποικιλία αλλά και μοναδικότητα, δεδομένου ότι τα αποτελέσματα της έρευνας απέδειξαν ότι το ιταλικό «παραδοσιακό» γενετικό πλάσμα προέρχεται κυρίως από βασικές ποικιλίες σταφυλιού. Κάποια από αυτά έχουν το γενετικό τους αποτύπωμα σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, ενώ άλλα έχουν εξαπλωθεί σε όλο το ιταλικό έδαφος. Ενδεικτικά αναφέρονται το «Strinto Porcino» με τον απόγονό του το «Sangiovese», όπως και το «Mantonico Bianco» και το «Aglianico», που είναι οι βασικοί πρόγονοι των νοτιότερων αμπελιών. Επιπλέον, τα «Visparola», «Garganega» και «Bombino bianco» έχουν αφήσει το μεγαλύτερο γενετικό τους αποτύπωμα στην κεντρική Ιταλία ή ακόμα τα «Termarina (Sciaccarello)», «Orsolina» και «Uva Tosca» είναι πρόγονοι τοπικών ποικιλιών που επικρατούν στη βορειοδυτική και την κεντρική Ιταλία.
Η ανασυγκρότηση των γενεαλογικών δέντρων τόνισε ιδιαίτερα τη σημασία της προέλευσης του γενετικού πλάσματος του «Visparola». Πρόκειται για ένα σταφύλι που λέγεται ότι μετανάστευσε από τη Νότια στη Βόρεια Ιταλία από την ανατολική μεριά. Το «Sangiovese» από την άλλη, ένα σταφύλι που είναι σύμβολο της διάσημης, με κύρος, οινικής περιοχής της Τοσκάνης, έχει τις ρίζες του αλλού, αφού λέγεται ότι μετανάστευσε από τη Νότια στην κεντρική Ιταλία, κατά μήκος της δυτικής ακτής.
Η έρευνα εντόπισε τα ομώνυμα και τα συνώνυμα διαφόρων ποικιλιών σταφυλιού, ενώ οι σχέσεις που είχαν προηγουμένως τεκμηριωθεί επιβεβαιώθηκαν ή απορρίφθηκαν και εμφανίστηκαν νέες γενετικές σχέσεις τύπου γονέα-στόχου.Έτσι ο ιταλικός οινοποιητικός τομέας έχει στη διάθεσή του ένα γενετικό εργαλείο, που μπορεί να φανεί χρήσιμο στη διάδοση και την επιλογή των αμπελιών, αφού είναι πλέον εξοπλισμένα με ένα «μοριακό διαβατήριο» που τα ταυτοποιεί με μοναδικό τρόπο, διασφαλίζοντας τον έλεγχο των ποικιλιών. Μπορεί επίσης, να αποτελέσει ένα εργαλείο για τους οινοπαραγωγούς για την ενίσχυση και την υπεράσπιση του παραδοσιακού κρασιού, μια ιστορική κληρονομιά που οφείλει να προστατευθεί.
Πηγή winenews.it