Εξάλλου, παρότι ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε παύση των δασμών για 90 ημέρες, το επίπεδο βάσης του 10% συνεχίζει να βρίσκεται σ’ ισχύ. Αυτό έχει επηρεάσει σημαντικά την προσιτότητα και την διαθεσιμότητα των κρασιών της εν λόγω κατηγορίας, τα οποία σε μεγάλο βαθμό παράγονται από μικρούς οινοποιούς στην Ευρώπη και εισάγονται στις ΗΠΑ από εξίσου μικρές αμερικανικές επιχειρήσεις.
Το αντίκτυπο των δασμών του Τραμπ είναι αισθητό ακόμα και για τους παραγωγούς των ΗΠΑ, αφού πολλοί απ’ αυτούς βασίζονται σε εισαγωγές εξοπλισμού, φιαλών και βαρελιών. Με την τιμή των προϊόντων αυτών να αυξάνεται εύλογα αναμένεται ότι αντίστοιχη πορεία θα ακολουθήσουν και τα εγχώρια κρασιά. Περαιτέρω, πολλά οινοποιεία στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού συνεργάζονται με διακινητές που εισάγουν κρασί, και που για να μπορέσουν να διαχειριστούν τα αυξημένα κόστη ενδέχεται να διανείμουν το βάρος των δασμών σ’ όλη τη γκάμα προϊόντων τους, οδηγώντας σε καθολική αύξηση των τιμών.
Πολλοί ειδικοί της αγοράς οίνου των ΗΠΑ υποστηρίζουν ότι παρότι υποτιθέμενος στόχος της επιβολής δασμών ήταν να βοηθηθούν οι αμερικανικές επιχειρήσεις να ισορροπήσουν το πεδίο, έχουν παραλειφθεί οι σημαντικές διαφορές στην οινοπαραγωγή των ΗΠΑ με την αντίστοιχη της Ευρώπης. Tην ώρα που οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις συχνά παίρνουν μέτρα για να επιτρέψουν στους μικρότερους παραγωγούς να παραμείνουν ανταγωνιστικοί, στις ΗΠΑ κάτι τέτοιο δεν υφίσταται, επομένως παραμένει δύσκολο οι Αμερικάνοι οινοπαραγωγοί να μπορέσουν να ανταγωνιστούν τους Ευρωπαίους ομόλογους τους.
Σε κίνδυνο βρίσκεται ακόμα και η ποικιλία των κρασιών που είναι διαθέσιμα στην αγορά των ΗΠΑ, αφού πολλές χώρες της ΕΕ παράγουν οίνους από εκατοντάδες γηγενείς ποικιλίες που καλλιεργούνται εκεί επί αιώνες, και οι οποίες είχαν κεντρίσει το ενδιαφέρον των Αμερικανών καταναλωτών. Αντιθέτως, η αμερικανική βιομηχανία οίνου εστιάζει ιστορικά σε μια περιορισμένη γκάμα ποικιλιών, όπως το cabernet sauvignon, το chardonnay, το merlot και το pinot noir.
Για τους καταναλωτές το αντίκτυπο των δασμών είναι ήδη ορατό, αφού ετικέτες που άλλοτε κόστιζαν 15 ή 18 δολάρια πλέον πωλούνται στα ράφια των καταστημάτων για πάνω από 20 δολάρια.
Πληροφορίες από Vinetur
