Την εκτίμηση αυτή διατυπώνει ο Γιάννης Παπαργυρίου, πρόεδρος του Συνδέσμου Μικρών Οινοποιών Ελλάδος (ΣΜΟΕ), τονίζοντας παράλληλα, πως η συγκεκριμένη κατηγορία οινοποιών είναι ένα δυναμικό κομμάτι του κλάδου, με καθετοποιημένη παραγωγή και πωλήσεις εντός κι εκτός ελληνικών συνόρων και με παρουσία σε κάθε γωνιά της Ελλάδας.
«Το μοντέλο που πρέπει να ακολουθήσει, κατ’ εμάς, η Ελλάδα, είναι των πολλών μικρών οινοποιείων. Να υπάρχουν και μεγάλα οινοποιεία καμία αντίρρηση, αλλά θα θέλαμε όλο και περισσότεροι συνειδητοποιημένοι, φιλόδοξοι και δυναμικοί αμπελοκαλλιεργητές, να περνάνε, μετά από σκέψη και πλάνο, στην παραγωγή εμφιαλωμένου κρασιού. Έτσι ώστε να έχουμε πολλές εκφράσεις στο ελληνικό κρασί και να μένει ο δυναμικός κόσμος στα χωριά του, στις κωμοπόλεις και στα αμπελοτόπια του, αντί να συγκεντρώνεται ο πλούτος μόνο σε λίγες εταιρείες», επισημαίνει ο πρόεδρος του ΣΜΟΕ.
Τον συναντήσαμε στη διήμερη έκθεση γνωριμίας των μελών του ΣΜΟΕ για πρώτη φορά με το οινόφιλο κοινό της Θεσσαλονίκης, στις 16 και 17 Φεβρουαρίου, στο χώρο της Αποθήκης Γ’ του λιμανιού της πόλης, όπου συμμετείχαν 57 μικρά οινοποιεία της χώρας, με πάνω από 400 ετικέτες λευκών, ερυθρών και ροζέ κρασιών από διαφορετικά terroir.
«Αν δείτε τη λίστα των οινοποιών μελών του ΣΜΟΕ θα διαπιστώσετε ότι πάρα πολλοί είναι leaders τοπικά και τραβούν όλη προς τα εμπρός όλη την περιοχή, μικρούς και μεγάλους. Αυτό κάτι λέει για τη δυναμική του συνδέσμου, στον οποίο από τα 80 μέλη που αριθμεί σήμερα, σχεδόν τα 75 κάνουν και εξαγωγές», μας ανέφερε ο κ. Παπαργυρίου, προσθέτοντας με νόημα πως «οι λίγες φιάλες πολλές φορές κάνουν τη διαφορά, γιατί ανοίγουν την αγορά και την οδηγούν να πάρει και τις πολλές φιάλες».
Αναφορικά με τη συνδρομή των μικρών οινοποιών στη διατήρηση και τη διαιώνιση τοπικών ποικιλιών, ο πρόεδρος του ΣΜΟΕ, που διατηρεί οινοποιείο στην Κορινθία, υπογράμμισε πως τα περισσότερα από αυτά καλλιεργούν και οινοποιούν γνωστές ποικιλίες όπως το αγιωργίτικο, το ξινόμαυρο, το ασύρτικο, ή η μαλαγουζιά και από τις ξενικές το syrah, το merlot ή το cabernet sauvignon, όμως έχουν στη βεντάλια τους κι άλλες λιγότερο γνωστές ντόπιες ποικιλίες, όπως το Μαυρούδι, το Παμίδι, ο Καραπαππάς, το μούχταρο, οι οποίες είναι πολύ αξιόλογες και θέλουν να τις συστήσουν στο ευρύ οινόφιλο κοινό για να τις ανακαλύψει.
«Εκθέσεις όπως αυτή που έχουμε καθιερώσει στην Αθήνα και πλέον και στη Θεσσαλονίκη, καθώς η ανταπόκριση του κοινού ήταν υπεράνω των προσδοκιών και θα την παγιώσουμε σε ετήσια βάση, επιτρέπουν στα μικρά οινοποιεία να αποκτήσουν εξωστρέφεια», είπε ο κ. Παπαργυρίου. Τόνισε, ακόμη πως ο ΣΜΟΕ από το 2018 όταν και ιδρύθηκε, μέχρι τώρα έχει τετραπλασιάσει τη δύναμη των μελών του και μέσα στο 2025 εκτός απροόπτου θα σπάσει και το φράγμα των 100 μελών.
«Μελλοντικά θα θέλαμε να φτάσουμε σε ένα μέγεθος όπου τα 100 μέλη θα είναι ένα μικρό κλάσμα αυτού που θα έχουμε γίνε», σημείωσε ο συνομιλητής μας, ο οποίος εξήγησε πως για να γίνει κάποιος μέλος του ΣΜΟΕ, το βασικότερο ποσοτικό κριτήριο είναι να έχει μέχρι 120 τόνους κατ’ έτος παραγωγή κρασιού και αντίστοιχα το σημαντικότερο ποιοτικό κριτήριο, να εμφιαλώνει το 75% της παραγωγής του σε γυάλινη φιάλη, η οποία δίνει υπεραξία, την αναγνώριση και τη συνέχεια στην πώληση.
