Την τελευταία δεκαετία παρατηρήθηκε μια έντονη τάση αναζήτησης και ενδιαφέροντος για οινοποιήσιμες ποικιλίες αμπέλου που ελάχιστα χρόνια πριν έμοιαζαν ξεχασμένες, εγκαταλελειμμένες ή ζωντανές μόνο στις σελίδες βιβλίων αμπελογραφίας. Το φαινόμενο είναι παγκόσμιο και παρουσιάζει διαρκείς αυξητικές τάσεις. Προφανώς δεν πρόκειται για κάποια αμπελουργική, οινολογική ή ιστοριογραφική εμμονή, αλλά για μία πολυπαραγοντική συνθήκη που δημιουργήθηκε από την καθημερινότητα οινόφιλων και παραγωγών και ευνοείται περαιτέρω από τις υπάρχουσες εξελίξεις. Τα παραδείγματα είναι αρκετά τόσο από τον παγκόσμιο όσο κι από τον eλληνικό αμπελώνα κι αναμφίβολα αποτελούν τον καλύτερο οδηγό σε αυτή την ξενάγηση ανάμεσα σε σημαντικές και ως πρότινος ξεχασμένες ποικιλίες.
H ΛΕΥΚΗ ΙΤΑΛΙΚΗ ERBAMAT
Στη γειτονική Ιταλία γνωστή για το πλήθος των ενδογενών ποικιλιών, όπως άλλωστε και η Ελλάδα, πιο συγκεκριμένα στη γνωστή προστατευόμενη ονομασία προέλευσης Franciacorta η άλλοτε άγνωστη λευκή ποικιλία Erbamat (Έρμπαματ) ή Albamatto ή Verdeabara όχι μόνο κέρδιζε διαρκώς φυτεύσεις την προηγούμενη δεκαετία αλλά το 2017 συμπεριλήφθη και στον τεχνικό φάκελο για τα αφρώδη κρασιά Franciacorta σε ποσοστό 10%. Η αποδεδειγμένη σχέση της ποικιλίας με την περιοχή είναι σαφώς αρχαιότερη της πρώτης νομοθεσίας που περιέγραψε τις επιμέρους πτυχές ενός αφρώδους κρασιού Franciacorta και χρονολογείται πίσω στα 1500 μ.Χ. Πρόκειται για μια όψιμη ποικιλία με χαμηλή αρωματική ένταση και ουδέτερο χαρακτήρα που έχει τη δυνατότητα να διατηρεί ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα ενεργού οξύτητας (ph). Συνδυαστικά πρόκειται για στοιχεία άκρως επιθυμητά για την παραγωγή ποιοτικών αφρωδών κρασιών με την παραδοσιακή μέθοδο. Ο πρώτος λόγος που οδήγησε τους ανθρώπους της Franciacorta να στραφούν στην ποικιλία Erbamat είναι οι αλλαγές που βιώνουν στις συνθήκες καλλιέργειας λόγω των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στη ζώνη τους. Αν σκεφτεί κάποιος πως οι υπόλοιπες ποικιλίες που συντελούν στη δημιουργία ενός αφρώδους Franciacorta είναι πρώιμες, (Pinot Noir-ChardonnayPinot Βlanc) αντιλαμβάνεται πως πρόκειται για μια άκρως στοχευμένη κίνηση για να διατηρηθεί η δυναμική της ζώνης στα αφρώδη κρασιά ενισχύοντας την ενδοποιότητα. Μιλώντας με ανθρώπους των οινοποιείων της περιοχής, όπως το Barone Pizzini που παράγει τον αφρώδη οίνο Tesi 2 που περιέχει Erbamat, σχετικά με το χαμηλό ποσοστό που προβλέπεται νομοθετικά ως τώρα αντιλαμβάνεται πως οι άνθρωποι στη Franciacorta είναι αποφασισμένοι τόσο να το αυξήσουν σταδιακά όσο και να προσπαθήσουν να συμπεριλάβουν κι άλλες ενδογενείς ποικιλίες στη ζώνη
αλλά με προμελετημένα χρονικά βήματα που δεν θα προκαλέσουν σύγχυση γύρω από το χαρακτήρα των κρασιών τους.
Στην Καταλονία απαντά το παράδειγμα της αναγέννησης της ερυθρής ποικιλίας Trepat (αριστερά) και στην Ιταλία της λευκής (δεξιά)
Η ενίσχυση της ενδοποιότητας σε πρώτο ρόλο
ΤREPAT ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΛΟΝΙΑ
Μεταφερόμενος κάποιος δυτικότερα στην Ιβηρική χερσόνησο και πιο συγκεκριμένα στην ευρύτερη περιοχή της Καταλονίας συναντά το παράδειγμα της αναγέννησης της ερυθρής ποικιλίας Trepat στην παραγωγή των διάσημων ισπανικών αφρωδών κρασιών D.O. Cava στη ζώνη Conca de Barbera. Πρόκειται για μια ποικιλία που ανθούσε στην περιοχή πριν την έλευση της φυλλοξήρας στα τέλη του 19ου αιώνα, ενώ σύμφωνα με ιστορικές πηγές τη συναντούσε κανείς αδιάκοπα φυτεμένη στις αμπελουργικές περιοχές από την Καταλονία ως τη Βαλένθια. Δεν αγαπά τα ασβεστώδη εδάφη, είναι επιρρεπής στις ζημιές που προκαλεί ο παγετός και αναμφίβολα προτιμά τα θερμά κλίματα και τα χαμηλότερα υψόμετρα. Το συγκεκριμένο παράδειγμα εμπεριέχει μια επιπλέον παράμετρο σε σχέση με αυτό της γειτονικής Ιταλίας.
Εδώ, ο παράγοντας ενδογενείς ποικιλίες ήταν ιδιαίτερα προβεβλημένος και με ιδιαίτερα σταθερές βάσεις καθώς οι βασικές ποικιλίες για τη δημιουργία ενός αφρώδους κρασιού Cava είναι οι Macabeo, Parellada και Xarel-lo και σε αντίθεση με την περίπτωση της Franciacorta όπου οι τρείς βασικές ποικιλίες ήταν εισαγόμενες. Με τη αύξηση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια για ροζέ κρασιά και κατά συνέπεια για ροζέ αφρώδη οι άνθρωποι της ζώνης Conca de Barbera, δεν έτρεξαν να γείρουν στην εύκολη λύση της εισαγωγής μιας βαθύχρωμης διεθνούς «βελτιωτικής» ποικιλίας. Στην ουσία δεν θέλησαν να μπαλώσουν προσωρινά μία νέα ανάγκη και ταυτόχρονα ευκαιρία που προέκυψε για τα κρασιά της ζώνης τους, αλλά να επενδύσουν σε κάτι που θα τους θωρακίσει με επιπλέον στοιχείο μοναδικότητας για το άμεσο και μη
μέλλον. Έτσι, μελέτησαν την οινική τους ιστορία και επέλεξαν μια ενδογενή ποικιλία που φέρει τα επιθυμητά για τις ανάγκες τους χαρακτηριστικά, αμπελουργικά, οινολογικά και οργανοληπτικά.
Επένδυση σε ένα στοιχείο μοναδικότητας
Κολινιάτικο
Αγριππιώτης
PAIS, ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
Πολλά ναυτικά μίλια μακριά στη Λατινική Αμερική και συγκεκριμένα στη Χιλή γίνονται προσπάθειες για την ανάδειξη της σπουδαίας και άλλοτε παραμελημένης ερυθρής ποικιλίας Pais, γνωστής και ως Criolla Chica στην Αργεντινή, Mission στην Καλιφόρνια, Listan Prieto
στην Ισπανία. Εδώ τα πράγματα είναι αρκετά πιο πολύπλοκα, καθώς η σύγχρονη οινική ιστορία της χώρας ήταν κατά τη συντριπτική της πλειοψηφία προϊόν αποικιοκρατίας. Ως επακόλουθο το πλείστον των οινόφιλων, πιθανά και των επαγγελματιών, γνωρίζει ως σημαντικότερη «ενδογενη» ποικιλία της χώρας τη γαλλική Carmenere. Για όσους βιαστούν να καταδείξουν την Ισπανία ως πηγή προέλευσης του Pais της Χιλής μάλλον θα πρέπει να κοιτάξουν προς το γειτονικόΠερού από όπου και ταξίδεψε το Pais για να μεταναστεύσει και στη Χιλή. Τι κάνει όμως τη συγκεκριμένη ποικιλία τόσο ενδιαφέρουσα για μια χώρα που μπορεί κάποιος να φυτέψει όποια ποικιλία φανταστεί; Τα πλεονεκτήματα δεν εξαντλούνται στην όποια ιστορικότητα μπορεί να κουβαλά το Pais. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί πως ορισμένοι αμπελώνες Pais στη Χιλή διεκδικούν τον τίτλο του γηραιότερου παραγωγικού
αμπελώνα στον πλανήτη καθώς η ηλικία τους κυμαίνεται μεταξύ 300 και 400 ετών. Πρόκειται για μια ποικιλία που παρουσιάζει εξαιρετική προσαρμοστικότητα σε όλο το εύρος των κλιματολογικών συνθηκών. Διαθέτει εξαιρετική αντίσταση στις συνήθεις ασθένειες και ελάχιστες υδατικές ανάγκες. Κατ’ ουσία πρόκειται για μια ποικιλία που δίνει τη δυνατότητα σε μία χώρα να εμπλουτίσει και να διευρύνει
τις οινοπαραγωγικές της περιοχές.
Μαυρόστυφο
Βερτζαμί
CURISTΙ, ΠΟΤΑΜΙΣΙ, ΧΛΩΡΑ…
Ο ελλαδικός χώρος είναι γεμάτος απο αντίστοιχους παραμελημένους αμπελουργικούς θησαυρούς που πιθανά και να χαθούν αν δεν αξιοποιηθούν την τρέχουσα δεκαετία. Το παράδειγμα της διορατικότητας του Βαγγέλη Γεροβασιλείου και της αναγνωρισιμότητας που απολαμβάνει σήμερα η Μαλαγουζιά, που λίγο έλειψε να εξαφανιστεί ως ποικιλία, είναι αποκαλυπτικό του τι μπορεί να βρίσκεται και ανάμεσα στα φυτά ενός ξεχασμένου αμπελώνα. Μια ανάσα απο το σήμερα, ποιος μπορούσε να φανταστεί πως ο Αγριππιώτης ή Curisti του Τετράμυθου που ανακαλύφθηκε ξανά στην ορεινή Αιγιάλεια, μόλις λίγα χρόνια πριν, θα κέρδιζε άμεσα το ενδιαφέρον των Ιαπώνων οινόφιλων και μια περίοπτη θέση στις σελίδες ενός βιβλίου με διεθνή κυκλοφορία και απήχηση; Βερτζαμί, Ζακυνθινό, Κατσακούλιας, Κολινιάτικο, Μαυρόστυφο, Ποταμίσι και Χλώρα είναι μόνο μερικές απο τις περιπτώσεις ελληνικών ποικιλιών που μπορεί να ενδυναμώσουν άμεσα την προσωπικότητα του ελληνικού κρασιού και κατ’ επέκταση την εικόνα του στις σημαντικότερες διεθνείς αγορές. Ας μην ξεχνάμε πως πολλά απο τα διασημότερα κρασιά οφείλουν την επιτυχία τους και στη μοναδικότητά τους.