Ειδικότερα, όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της AIVE, Lorenzo Delgado, οι τιμές δείχνουν σημάδια ανάκαμψης τους τελευταίους μήνες, καθώς τα αποθέματα σε οινοποιεία και συνεταιρισμούς έχουν υποχωρήσει μετά από μικρότερες παραγωγές σε βασικές ισπανικές ζώνες όπως La Mancha, La Rioja, Extremadura, Andalusia και Requena. Παράλληλα, μειωμένοι όγκοι καταγράφονται και στη Γαλλία και την Ιταλία, κάτι που περιορίζει το διαθέσιμο προϊόν σε κρασί και γλεύκος.
Ο Delgado αναφέρει επίσης ότι αυξάνεται ο αριθμός των ισπανών αμπελουργών που είτε δεν τρυγούν είτε εγκαταλείπουν ξηρικούς, χαμηλής απόδοσης αμπελώνες εξαιτίας της ασθενικής κερδοφορίας και της έλλειψης στήριξης για εκριζώσεις γερασμένων πρέμνων. Στην Castilla-La Mancha, μία από τις σημαντικότερες οινοπαραγωγικές περιφέρειες της χώρας, μεγάλοι αμπελώνες γερνούν και πλήττονται από ξηρασία και προσβολές, οδηγώντας σε μικρότερες αποδόσεις.
Την ίδια στιγμή, το κόστος παραγωγής έχει ανέβει αισθητά: ενέργεια, καύσιμα, φορολογία, εργασία και μηχανήματα πιέζουν τους ισολογισμούς. Η AIVE εκτιμά ότι η φετινή παραγωγή στην Castilla-La Mancha θα είναι περίπου 30% χαμηλότερη από την περυσινή, η οποία ήδη βρισκόταν 25%–30% κάτω από τον μέσο όρο, πράγμα που σημαίνει πως, σε σύγκριση με μια «κανονική» χρονιά, η πτώση μπορεί να ξεπερνά το μισό.
Με αυτά τα δεδομένα, ο Delgado εκφράζει την ελπίδα ότι οι τιμές θα συνεχίσουν να ενισχύονται και καλεί όλους τους κρίκους της αλυσίδας με έμφαση στους συνεταιρισμούς να μην πουλούν κάτω του κόστους, ώστε να μη διαβρωθούν περαιτέρω τα περιθώρια κέρδους των παραγωγών.
Παράλληλα, η AIVE ζητά και την παρέμβαση των αρχών για την αποτροπή ζημιογόνων πωλήσεων, θεωρώντας απαραίτητη τη θεσμική εποπτεία για δίκαιη τιμολόγηση και τη βιωσιμότητα της ευρωπαϊκής αμπελοοινικής παραγωγής. Ενδεικτικά, ο Delgado θίγει και μια ιδιαιτερότητα της αγοράς: την εμμονή ορισμένων στην αναφορά τιμών σε πεσέτες —ένα νόμισμα που έχει αποσυρθεί εδώ και χρόνια και ζητά τον οριστικό τερματισμό της πρακτικής.
Συνοψίζοντας, το κάλεσμα της AIVE έρχεται σε μια χρονική στιγμή όπου η κλιματική κρίση, τα αυξημένα κόστη και οι μεταβαλλόμενες ισορροπίες της αγοράς δημιουργούν ένα ιδιαίτερα απαιτητικό περιβάλλον. Οι αποφάσεις που θα ληφθούν για τον φετινό τρύγο και τη διαμόρφωση τιμών ενδέχεται να καθορίσουν την αντοχή του κλάδου την επόμενη περίοδο, με αντίκτυπο τόσο στους παραγωγούς όσο και στους καταναλωτές σε ολόκληρη την Ευρώπη.
