Το έργο, που ξεκίνησε το 2020, έχει χαρακτηριστεί ως το μοναδικό έργο στη Γαλλία που «αντιμετωπίζει τις κλιματικές προκλήσεις του αύριο» από τον σύμβουλο αγροοικολογίας Olivier Lamöte, διαχειριστή αναγεννητικής γεωργίας στην Biosphères. Το έργο επικεντρώνεται στον ποικιλόμορφο σχεδιασμό του τοπίου ενός οικοπέδου 12 εκταρίων, το οποίο παρείχε ένα «κενό καμβά» για την υλοποίηση του έργου.
Το οικόπεδο 12 εκταρίων, αντιπροσωπεύει περίπου το 17% των αμπελώνων του κτήματος, βρίσκεται εντός των 70 εκταρίων του αγροκτήματος που εκτείνεται σε τρεις παράλληλες κορυφογραμμές και είναι περικυκλωμένο από τρία οινοποιεία (Châteaux Haut-Bailly, Malartic-Lagravière και Smith Haut Lafitte), αστικές περιοχές και δάση.
Υπάρχουν 70 εκτάρια δάσους μαζί με 13 εκτάρια πάρκων στο αγρόκτημα που λειτουργεί ως «βάση εκκίνησης για την ανάπτυξη του έργου». Περιλαμβάνει επίσης 3 λίμνες μαζί με περιοχές αυτοφυούς βλάστησης και δέντρα που παρέχουν καταφύγιο για ξυλοφάγα έντομα, πτηνά, νυχτερίδες, αμφίβια ακόμη και βίδρες.
Το οικόπεδο είναι «ένας κενός καμβάς» στον οποίο θα πειραματιστούμε, αναφέρει ο διευθυντής επιχειρήσεων François Godichon, καθώς και μια ευκαιρία «να μελετήσουμε όλους τους παράγοντες για να μπορέσουμε να τους ευθυγραμμίσουμε προς όφελός μας».
Η οικογένεια Gervoson, η οποία έχει στην κατοχή της το Château Larreivet Haut-Brion από το 1987, μπόρεσε να αξιοποιήσει την τεχνογνωσία του Ομίλου Andros (που ανήκει σε άλλο υποκατάστημα της οικογένειας Gervoson, του οποίου οι εκμεταλλεύσεις περιλαμβάνουν μαρμελάδες και είδη αρτοποιίας με την επωνυμία Bonne Maman). Η τεχνογνωσία αυτή απασχόλησε ειδικούς στα πλαίσια της αναγεννητικής γεωργίας, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών Biospères και Arbres et Paysages en Gironde.
Η εκρίζωση των υπαρχόντων αμπελώνων ξεκίνησε το 2021, αλλά ολοκληρώθηκε μόλις τον περασμένο Νοέμβριο, ανοίγοντας τον δρόμο για το φύτευμα θάμνων, λουλουδιών και δέντρων από τώρα έως τον Μάρτιο του 2024. Το οικόπεδο θα έχει έπειτα ένα χρονικό διάστημα «ανάπαυσης», πριν από την επαναφύτευση των πρώτων αμπελώνων το 2025 και αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2026.
Η ιδέα είναι να «δημιουργηθεί ο «αμπελώνας του μέλλοντος» για να διατηρηθεί η ταυτότητα προέλευσης των οίνων (terroirs), όπου «η ρύθμιση του κλίματος και των οργανισμών [είναι] στο κέντρο της διαδικασίας».
Φύτευση δέντρων εντός του αμπελώνα
H φύτευση δέντρων στη μέση των σειρών των αμπελιών αποτελεί σημείο αναφοράς για την δημιουργία του αμπελώνα του μέλλοντος, καθώς η παρουσία δέντρων στον αμπελώνα βελτιώνει την ποιότητα του αέρα, τη βιοποικιλότητα του εδάφους, ενισχύει το μικροκλίμα, την ροή ρευμάτων ψυχρού και θερμού αέρα, καθώς επίσης αποθηκεύει άνθρακα και προάγει την παραγωγή βιομάζας.
«Θυσιάζουμε το 10% του δυναμικού παραγωγής κρασιού για να καλλιεργήσουμε δέντρα και λουλούδια προκειμένου να διατηρήσουμε τη δέσμευσή μας για τη διατήρηση του οικοσυστήματος» δήλωσε η Charlotte Mignon, Cellar Master το 2020.
Το είδος δέντρων Paulownia elongata έχει επιλεχθεί προσεκτικά λόγω της ικανότητάς του να επηρεάζει το μικροκλίμα και να συνυπάρχει με είδη που υπάρχουν ήδη στο οικόπεδο. Παρόλο που δεν είναι ενδημικά στην περιοχή (είναι γηγενή της Ασίας και εντοπίζονται ευρέως στην Κίνα), δεν είναι ανταγωνιστικά και έχουν ιδιότητες που πιστεύεται ότι θα ωφελήσουν τους αμπελώνες και θα ενθαρρύνουν την δημιουργία ενός καλύτερου μικροκλίματος.
Το είδος αυτό, είναι ένα από τα ταχύτερα αναπτυσσόμενα δέντρα στον κόσμο (φτάνοντας τα 10 μέτρα σε πέντε χρόνια) με φύλλωμα που θα προστατεύει τα αμπέλια από την έκθεση τους σε πολύ ζεστό καιρό, χωρίς όμως να παρέχει υπερβολική σκιά. Επίσης, απορροφούν δέκα φορές περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα και είναι πολύ ανθεκτικά στην ξηρασία.
Πυκνότητα φύτευσης
Η πυκνότητα φύτευσης έχει μειωθεί επίσης κατά 15%, από 7.700 πρέμνα ανά εκτάριο σε 6.500, προκειμένου να μειωθεί ο ανταγωνισμός για νερό. Στον αμπελώνα φυτεύονται οι ποικιλίες Cabernet Sauvignon και Cabernet Franc, μαζί με το Malbec, μια νέα προσθήκη στον αμπελώνα. Μια ποικιλία που δεν καλλιεργείται πλέον ευρέως στην περιοχή και που σταμάτησε να καλλιεργείται, σε μεγάλο βαθμό, στο Μπορντό, μετά από μια ιδιαίτερα σκληρή χρονιά, το 1956. Πλέον υπολογίζεται ότι η καλλιέργεια της ποικιλίας αποτελεί περίπου 900 εκτάρια αμπελώνων. Η Malbec περιλαμβάνεται στις προδιαγραφές της ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ) Pessac-Léognan και, όπως εξηγεί ο Godichon, “μπορεί να φτάσει σε επαρκή ωρίμανση και να εκφραστεί όμορφα στα εδάφη μας”.
Οι τρεις βασικές ποικιλίες θα αποτελέσουν τον πυρήνα του μείγματος, με το Cabernet Sauvignon να παραμένει η κυρίαρχη ποικιλία, σε συνδυασμό με το Cabernet Franc και όχι περισσότερο από 5% της ποικιλίας Malbec. Αυτό θα παρέχει ένα “μακροπρόθεσμο πλαίσιο για τη διατήρηση της έντασης των κρασιών και τη διατήρηση της όμορφης ισορροπίας τους παρά την αύξηση των θερμοκρασιών, λόγω κλιματικής αλλαγής, με την πάροδο του χρόνου”, αναφέρει η ομάδα.
Η επιλογή αυτή συνεπάγεται με “αβεβαιότητες” που θα απαντηθούν με την πάροδο του χρόνου, όπως η αλληλεπίδραση των αμπελώνων με τα δέντρα paulownias, εάν η σκιά θα είναι επαρκής για τα πρέμνα, εάν η ανάπτυξη των δέντρων θα είναι ελέγξιμη και πώς θα διατηρηθούν οι διαδρομές της βιοποικιλότητας. Ωστόσο, ο Lemoine επιμένει ότι δεν πρόκειται για «πειραματισμό».
«Ο στόχος είναι να μαζέψουμε σταφύλια υψηλής ποιότητας από το terroir που θα είναι μέρος του πρώτου μείγματος κρασιού μας σε δεκαπέντε με είκοσι χρόνια από τώρα, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη την κλιματική αλλαγή», είπε.
Αυτό το έργο είναι «ζωντανό» πρόσθεσε και θα «εμπλουτιστεί με νέα δεδομένα με την πάροδο του χρόνου», καθώς προχωρά το έργο. «Χάνουμε 1 με 2 τόνους έδαφος ανά εκτάριο κάθε χρόνο. Αυτή η διάβρωση του εδάφους συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την απώλεια βλάστησης και φαίνεται πως αυτό θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια. Οι αμπελώνες βρίσκουν τον καλύτερο σύμμαχό τους στα δέντρα. Γι’ αυτό οι νέες εκτάσεις του αμπελώνα θα προστατεύονται από δέντρα που θα φυτεύονται γύρω από αυτές και μέσα σε αυτές», δήλωσε ο Lamöte και ολοκλήρωσε λέγοντας πως «Το έργο των 12 εκταρίων, μοναδικό για την Γαλλία, αντιμετωπίζει τις κλιματικές προκλήσεις του αύριο».