Connect with us

Αναζήτηση

REPORTS

Δύο εξέχουσες προσωπικότητες του ελληνικού κρασιού, Γέροντας Επιφάνιος και Ευάγγελος Τσάνταλης

Ο Γεώργιος Γερµάνης, επιστηµονικός σύµβουλος αµπελουργίας στο Οινοποιείο Μοσχόπολις, τιµά την µνήµη δύο µεγάλων προσωπικοτήτων της ελληνικής αµπελουργίας, των οποίων το έργο συναντήθηκε στον αµπελώνα του Αγ. Όρους.

Από το 1992 πηγαίνω τακτικά στο Άγ. Όρος σαν σύµβουλος αµπελουργίας. Τελευταία φορά που πήγα, ήταν φέτος το καλοκαίρι. Το 2022 συµπληρώνονται 30 χρόνια µετά από το πρώτο µου δροµολόγιο ως σύµβουλος αµπελουργίας, αλλά αυτήν τη φορά επισκέφτηκα το Όρος ως επισκέπτης. Ήθελα να µπω οδικώς, όπως µπαίναµε παλιά όταν µας έπιανε το απαγορευτικό στη θάλασσα και δεν έλυνε το φέρυ από την Ουρανούπολη. Τότε έρχονταν να µε πάρουν τα παιδιά από τη Μονή Μεγίστης Λαύρας µε το 4×4 αγροτικό και περνούσαµε µέσα από τους αµπελώνες της εταιρείας Τσάνταλη. Έχω πολύ ζωντανή την εικόνα στο µυαλό µου. Η µέρα ήταν λαµπερή και µπροστά µας απλωνόταν µια σπάνιας οµορφιάς  θέα. Η θάλασσα παντρευόταν µε το αµπέλι και ο Όλυµπος µε τον ουρανό. Και η εικόνα αυτή πλαισιωνόταν από όλη την παλέτα του πράσινου χρώµατος των  διαφόρων ποικιλιών αµπελιού που ήταν φυτεµένες στις πλαγιές και σου έδιναν την αίσθηση κυµάτων σε ένα πράσινο ωκεανό. Ένα θέαµα αληθινού ιµπρεσιονισµού, άξιο να έχει εµφανιστεί σε κάποιο έργο του µεγάλου ζωγράφου Vincent van Gogh.

Οι υπέροχες αναβαθµίδες που απλώνονταν µπροστά µου φυτεµένες ολούθε µε τις ποικιλίες του τόπου, όπως ο Ροδίτης, το Ξινόµαυρο και το  Ασύρτικο µαζί µε τις διεθνείς όπως το Grenache Rouge, ξύπνησαν τις αναµνήσεις µου. Το µυαλό µου πήγε σε αυτόν τον αυθεντικά  έξυπνο, τολµηρό και γνήσια οραµατιστή άνθρωπο, ο οποίος είχε βάλει στόχο της ζωής του να αναγεννήσει τους  αµπελώνες σε αυτό το άγιο µέρος. Το όνοµά του ήταν Ευάγγελος Τσάνταλης.

Τριάντα χρόνια πριν, το 1991 βρέθηκα στο γραφείο του, θέλοντας να εργαστώ στην εταιρεία Τσάνταλη ως Χηµικός – Εδαφολόγος. Με είχε συστήσει ο τότε διευθυντής παραγωγής της εταιρείας,  ο διακεκριµένος οινολόγος Παύλος Αργυρόπουλος, µε τον οποίο έκτοτε διατηρούµε µακροχρόνια φιλία. Μπροστά µου καθόταν ένας κοντός τύπος µε άσπρα  µαλλιά, γύρω στα εβδοµήντα πέντε, που µε το ζόρι σήκωσε τα µάτια του να µε δει. ∆εν το κρύβω, πως δεν µου φάνηκε καλό σηµάδι. Είπα, τέλος πάντων, αυτά που είχα να πω και περίµενα την αντίδρασή του. Μου έκανε µόνο µία  ερώτηση: «Τι πιστεύεις ότι µπορείς να κάνεις, για να βελτιώσουµε την ποιότητα του κρασιού που φτιάχνουµε;».

Πήρα αµέσως το λόγο και γεµάτος ενθουσιασµό του απάντησα: «Το πρώτο που µπορώ να κάνω είναι να οργανώσω το χηµείο της εταιρείας, έτσι ώστε να µπορέσουµε να κάνουµε τις κατάλληλες αναλύσεις, µε βάση τις οποίες θα µπορούµε να επιλέγουµε τις κατάλληλες ποικιλίες προς φύτευση και τα κατάλληλα υποκείµενα, ανάλογα µε τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε αγροτεµαχίου. ∆εύτερο…», είπα…

-«∆εν χρειάζεται δεύτερο, ευχαριστώ», είπε βλέποντας τον Παύλο. Στεναχωρηµένος πήγα στο κυλικείο της εταιρείας. ∆εν είχα τελειώσει ακόµη τον πικρό καφέ, όταν µε πλησίασε ο Παύλος λέγοντάς µου: «Αύριο να έρθεις µαζί µε όλα σου τα χαρτιά. Θα δουλέψεις στο χηµείο. Θα κάνουµε αυτό που είπατε µέσα. Είναι εντολή του Ευάγγελου.»

«Μα…», «Έτσι είναι ο Τσάνταλης, µας “ζύγισε” και µετά είπε πιάστε δουλειά».

Ο Ευάγγελος Τσάνταλης ήταν ένας σοβαρός επαγγελµατίας, άνθρωπος ρεαλιστής και πρακτικός. Ήταν αυστηρός αλλά δίκαιος. Όταν έλεγε όχι, ήταν όχι, αλλά πίστευε και σεβόταν τους επιστήµονες και τους συνεργάτες αµπελουργούς της εταιρείας. Θυµάµαι χαρακτηριστικά, τον Μάιο του 1994, όταν τον πήγαν να δει µερικές ρίζες αµπελιού που είχα φυτέψει σε ένα πολύ δύσκολο αγροτεµάχιο, στο Λιτόχωρο Κατερίνης, όπου η περιεκτικότητα σε πέτρες έως 2 µέτρα βάθος ήταν πάνω από 85%. Με κάλεσε στο γραφείο του και µου είπε ορθά κοφτά: Είδα τα φυτά σου που ήταν ζωντανά, µα δε νοµίζω ότι θα πάρεις σταφύλι από αυτό το χωράφι». Το κατάλαβα ότι είχε φοβηθεί από τις πέτρες. Του µίλησα για τα υπόγεια νερά και τον ρόλο που παίζουν οι πέτρες στην αποστράγγιση του εδάφους. Τα µάτια του είχαν πάρει φωτιά. ∆εν θα ξεχάσω ποτέ την απάντησή του. «Κύριε Γερµάνη, εάν ήµουν 20 χρόνια νεότερος, εδώ θα έφτιαχνα έναν αµπελώνα οµορφότερο από αυτόν στο Άγιο Όρος». Σε ένα λεπτό στο µυαλό του οραµατίστηκε έναν αµπελώνα που πίσω έβλεπε τους δώδεκα θεούς του Ολύµπου και µπροστά του άκουγε µέρα νύχτα την µελωδία  των κυµάτων της θάλασσας. Μετά από ένα χρόνο ο «παππούς» Ευάγγελος συγχωρέθηκε, αλλά µε την εταιρία Τσάνταλη φτιάξαµε µετά από τέσσερα χρόνια σε αυτή την περιοχή έναν γραµµικό αµπελώνα σε µια έκταση 450 στρεµµάτων, µε γραµµές που έβλεπαν το βουνό και τη θάλασσα και µε εφαρµοσµένο αυτόµατο ποτιστικό σύστηµα συνδυασµένο µε αυτόµατο πρόγραµµα υγρής λίπανσης.

∆εν είναι τυχαίος ο σεβασµός και η νοσταλγία µε την οποία µιλάνε ακόµα και σήµερα για τον «παππού» οι αγρότες αµπελουργοί στη Χαλκιδική, στη Μεσήµβρια Θεσσαλονίκης, στη Νάουσα, στη Ραψάνη, στο ∆αµάσι και στο Αµύνταιο κ.λπ. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι νέοι αγρότες και δεν πρόλαβαν καν να τον γνωρίσουν, µα µιλούν οι ιστορίες των γονιών τους που κρατούν ζωντανή τη µνήµη των ανδραγαθηµάτων του αντρός Ευάγγελου Τσάνταλη.

Με αυτές τις αναµνήσεις βρέθηκα στην αυλόπορτα του Οινοποιείου Μετόχι Μυλοποτάµου στο Άγ. Όρος. Εδώ πολλές φορές µε περίµενε ο µοναχός Επιφάνιος. Ο πάντα χαµογελαστός, αρχοντικός ψηλός µοναχός, ντυµένος  µε το αγιορείτικο ράσο και το σκουφί του. Πρώτη φορά είχαµε συναντηθεί στο Μιλάνο σε µια έκθεση αµπελουργίας και οινολογίας. Ήταν  ο οινολόγος  Γιάννης Τσέλεπος, που µας σύστησε λέγοντάς του πως  «είµαστε και οι τρεις θιασώτες του τρίπτυχου: αµπέλι – κρασί – φαγητό».

Ήρθε να µε πάρει από το λιµανάκι της ∆άφνης Αγ. Όρους το Μάρτιο του 2008. Για 40 -50 λεπτά οδήγηση που χρειαστήκαµε για να φτάσουµε στο οινοποιείο του, στο Μετόχι Μυλοποτάµου, µου εξιστόρησε πώς έγινε µοναχός, µου µίλησε για το πάθος του για το αµπέλι και το κρασί, µου εξήγησε µε κάθε λεπτοµέρεια πώς είναι η ζωή στο Άγ. Όρος και ποιοι είναι οι κανόνες αυτής της κοινωνίας. Όταν φτάσαµε, αντί να µε πάει στους αµπελώνες µε πήγε στον ξενώνα λέγοντάς µου «τώρα θα ξεκουραστείς, µετά θα πάµε για εσπερινό στο Ιβήρων. Το βράδυ θα έχουµε χρόνο να τα πούµε δοκιµάζοντας  φαγητά µε συνταγές από τα µοναστήρια µας». Έφτασε το βράδυ και είχαµε σχεδόν τελειώσει µε το φαγητό, χωρίς να έχουµε πει κουβέντα για το αντικείµενο της επίσκεψής µου. Στο τελευταίο πιάτο µου λέει «θέλω να φτιάξω  κρασιά για τέτοιες συνταγές. Τι µπορούµε να κάνουµε στο αµπέλι;». Μου άρεσε πολύ ο πρακτικός τρόπος µε το οποίο µου παρουσίασε το αντικείµενο της µέλλουσας συνεργασίας µας. Ο γέροντας ήταν πρέσβης των µοναστηριακών  συνταγών µαγειρικής του Άγ. Όρους στον κόσµο. Όπου πήγαινε, στα διάφορα µοναστήρια του κόσµου, όπου µοιραζόταν την εµπειρία 35 χρόνων στην αγιορείτικη κουζίνα, θα έπαιρνε επιστρέφοντας από αυτά και φιάλες κρασιού που έφτιαχναν τα µοναστήρια. Στον πύργο του Μετοχίου Μυλοποτάµου, όπου είναι η βάση του οινοποιείου είχε φτιάξει τη, µάλλον µοναδική, συλλογή µε µοναστηριακές ετικέτες κρασιού.

Είχε οραµατιστεί ένα διεθνή διαγωνισµό οίνου στο Άγ. Όρος µε συµµετοχή των µοναστηριών που παράγουν κρασιά, από την Ελλάδα και από το εξωτερικό. ∆υστυχώς δεν πρόλαβε, ωστόσο αυτό του το όραµα δείχνει το πάθος που είχε ο γέροντας µε την ανάδειξη του µοναστηριακού γαστρονοµικού και οινικού πολιτισµού.

Θυµάµαι τον κόσµο που περίµενε µε αγωνία να δοκιµάσει τα κρασιά και τα φαγητά που ετοίµαζε ο γέροντας στα µοναστηριακά σκεύη, που έφερνε µαζί του στο περίπτερο του Οινοποιείου του στη ∆ιεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Υπήρχαν φορές που έβλεπα πρόσωπα απογοητευµένα επειδή δεν πρόλαβαν να δοκιµάσουν τι είχε φτιάξει ο αρχιµάγειρας του Αγ. Όρους, µοναχός Επιφάνιος, γιατί είχαν έρθει αργά.

Τον θυµάµαι χαρούµενο πάνω στο τρακτέρ ψεκάζοντας τους αµπελώνες ή όταν, ντυµένος µε το ράσο, έκανε έλεγχο της γραµµής εµφιάλωσης πριν δώσει το πράσινο φως. Πληθωρικός και αεικίνητος, τον συναντούσες στο αποστακτήριο του οινοποιείου δίνοντας διαρκώς οδηγίες για το πώς να παράγουν αυτό το γνωστό, καθαρό και καταπληκτικό απόσταγµα του Άγ. Όρους. Ήταν ένας πολιτισµένος, κοινωνικός, ευγενής και σοβαρός µοναχός. Το βράδυ σαν άρχοντας καθόταν στο µεγάλο τραπέζι του ξενώνα και µε πάθος  παρουσίαζε τα κρασιά και τα φαγητά του στους εκλεκτούς επισκέπτες που µπορεί να ήταν απλοί προσκυνητές όπως µοναχοί, ιατροί , έµποροι, µηχανικοί, ναύτες,  µάγειρες, γευσιγνώστες οίνου, γεωπόνοι, ή µπορεί να ήταν γνωστοί καθηγητές πανεπιστηµίων, πολιτικοί και αρχηγοί κρατών. Για όλους ήταν ο ίδιος φιλόξενος και χαµογελαστός µοναχός Επιφάνιος.

Ο Ευάγγελος Τσάνταλης και ο Γέροντας Επιφάνιος ήταν δύο εξέχουσες προσωπικότητες του ελληνικού κρασιού, οι οποίοι συνέδεσαν άρρηκτα το όνοµά τους µε τον υπεραιωνόβιο αµπελώνα του Αγ. Όρους.  Ήµουν τυχερός που συνεργάστηκα και δούλεψα και µε τους δυο τους και εντελώς συµπωµατικά και οι δύο µας είπαν «adieu» τον ίδιο µήνα. Κάθε Νοέµβριο θα ανάβω ένα κερί στη µνήµη τους. Σίγουρα έχουν κερδίσει µια θέση στην αιωνιότητα.

δρ. Γεώργιος Γερµάνης

 

Διαβάστε επίσης

REPORTS

Σε µικρή απόσταση από την Αθήνα, στις Ρίζες Αρκαδίας, βρίσκεται το Κτήµα Τσέλεπου. Εκεί µε την αδιάκοπη φροντίδα των περίπου 650 στρεµµάτων ιδιόκτητου αµπελώνα...

REPORTS

Με το ένα… πόδι στη Χαλκιδική και το άλλο στην Κρήτη και με γνώμονα την αειφορική παραγωγή ποιοτικών οίνων, μέσα από πολύ επιλεγμένες οινοποιήσεις,...

REPORTS

Με σήμα κατατεθέν τη μονοποικιλιακή μαλαγουζιά, το Κτήμα Γκιρλέμη έχει αναδειχθεί σε έναν από τους κορυφαίους παραγωγούς κρασιών στην περιοχή του Δομοκού. Η επιτυχία...

REPORTS

Το μέλλον των οινοποιήσιμων σταφυλιών βρίσκεται στις ανθεκτικές ποικιλίες και στην εργαλειοθήκη της τεχνολογίας.