Η ιστορία του λιβανέζικου κρασιού είναι αξιοθαύμαστη αφού αντιμετωπίζει τις αντιξοότητες με θάρρος και επιμονή. Το ερώτημα όμως που τίθεται είναι πώς αυτό το αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του Λιβάνου εκφράζεται στα κρασιά του;
Στο “Wine and War,” ένα αξιοθαύμαστο νέο ντοκιμαντέρ που εξετάζει τη λιβανέζικη βιομηχανία κρασιού σε μία ιστορική διαμάχη που εκτείνεται πίσω σε βάθος 5.000 χρόνων μέχρι τους Canaanites, η συγγραφέας Elizabeth Gilbert αφηγείται την ημέρα που πέρασε στη χώρα με τον Serge Hochar, επικεφαλής του Chateau Musar, ο οποίος καθοδηγούσε το οινοποιείο καθ’ όλη τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου που διήρκησε 15 χρόνια, καταφέρνοντας να κερδίσει μία θέση για το λιβανέζικο κρασί στον παγκόσμιο χάρτη κρασιού.
Σύμφωνα με την κυρία Gilbert, ο κ. Hochar, ο οποίος πέθανε το 2015 , την κάλεσε στο μπαλκόνι του ένα απόγευμα με ένα μπουκάλι Musar ’72 και της είπε ότι θα το κατανάλωναν από νωρίς το απόγευμα μέχρι το βράδυ.
Θα έπιναν λίγο, είπε, θα μιλούσαν για λίγο, θα παρακολούθησαν την αλλαγή των χρωμάτων στον ουρανό και την αλλαγή του κρασιού στο ποτήρι. Της τόνισε να μην κρίνει πρόωρα το κρασί και να μην καταλήξει σε συμπεράσματα, αλλά να παραμείνει ανοιχτή σε αυτό που την έκανε να αισθάνεται και να σκέφτεται.
«Ακριβώς όπως οι άνθρωποι, έτσι και το κρασί είναι κάτι που δεν μπορείς να κρίνεις μέχρι να δεις κάθε πτυχή της ύπαρξής τους» της είπε ο Hochar.
Αυτό το είδος ταντρικής κατανάλωσης κρασιού δεν είναι για όλους, ούτε είναι γενικά πρακτικό. Αλλά είναι ένας ιδανικός και προσεκτικός τρόπος παρακολούθησης της ιστορίας ενός κρασιού που ξεδιπλώνεται, αναπτύσσεται και αλλάζει, όπως ένα ηλιοβασίλεμα.
Δεν θα θέλατε να το επιχειρήσετε αυτό με ένα οποιοδήποτε μπουκάλι κρασιού. Τα κρασιά μαζικής παραγωγής που έχουν υποστεί επεξεργασία για την επίτευξη ορισμένων προκαθορισμένων προφίλ γεύσης δεν θα εξελιχθούν στο ποτήρι. Είναι ουσιαστικά αδρανεί και δεν παρουσιάζουν κανένα ενδιαφέρον από την αρχή μέχρι το τέλος της φιάλης.
Αλλά ένα ζωντανό κρασί, που μπορεί να αλλάξει σταδιακά με το πέρασμα των χρόνων μέσα στο μπουκάλι, καθώς και μέσα στο ποτήρι σίγουρα αξίζει να το λάβετε υπόψιν σας μαζί με όλες τις λεπτομέρειες που το συνοδεύουν.
Στη συνέχεια του κειμένου θα εστιάσουμε στα κόκκινα κρασιά του Λιβάνου και πιο συγκεκριμένα στις ακόλουθες ετικέτες: Massaya Bekaa Valley Le Colombier 2018, Chateau Musar Bekaa Valley Musar Jeune 2018 και Domaine des Tourelles Bekaa Valley Cinsault Vieilles Vignes 2017.
Κρίνοντας από τις ετικέτες, η επιρροή της Γαλλίας είναι σαφής. Ο Λίβανος ήταν ουσιαστικά μια γαλλική αποικία από περίπου το τέλος του Α ‘Παγκοσμίου Πολέμου έως το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και η Γαλλία έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της σύγχρονης λιβανέζικης βιομηχανίας οίνου. Τα Γαλλικά είναι η δεύτερη γλώσσα του Λιβάνου, μετά τα Αραβικά, και πολλοί Λιβανέζοι οινοποιοί εκπαιδεύτηκαν ή εργάστηκαν στη Γαλλία.
Τα συστατικά αυτών των οίνων φαίνεται επίσης να προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από τη Γαλλία. Το Tourelles παράγεται εξ ολοκλήρου από σταφύλια cinsault, και το Musar Jeune από cinsault, syrah και cabernet sauvignon, που αποτελούν τα πιο κοινά σταφύλια στη νότια Γαλλία.
Το Massaya είναι φτιαγμένο από cinsault, μαζί με grenache – που επίσης αποτελεί μια συνηθισμένη ποικιλία στη νότια Γαλλία αν και προήλθε από την Ισπανία ως garnacha – και tempranillo που είναι ένα ισπανικό σταφύλι που παράγεται επίσης στη νότια Γαλλία.
Ωστόσο, αυτά τα κρασιά δεν θυμίζουν καθόλου τα γαλλικά.
Το Massaya έχει γλυκιά γεύση, αρώματα από σκούρα φρούτα με νότες γλυκάνισου και sarsaparilla. Η γεύση συμβαδίζει με τα αρώματα. Πρόκειται για ένα απλό αλλά δελεαστικό κρασί.
Επιπλέον οι αδελφοί Ghosn, Sami και Ramzi, οι οποίοι, με συνεργάτες από το Bordeaux και την κοιλάδα Rhône, παράγουν το Massaya, αντιμετώπισαν τρομερές προκλήσεις το 2006. Τότε, το Ισραήλ και η Χεζμπολάχ, μια ομάδα που υποστηρίζεται από το Ιράν, πολέμησαν τον Ιούλιο, η σύγκρουση έγινε στην κοιλάδα Bekaa κοντά στα σύνορα με τη Συρία, την κύρια περιοχή καλλιέργειας σταφυλιών.
Οι αδελφοί Ghosns εμφανίστηκαν και οι δύο στο ντοκιμαντέρ “Wine and War”. Ο Ramzi Ghosn υπενθύμισε πώς, αντί να εγκαταλείψει την περιοχή κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων, πέρασε ένα μήνα στον αμπελώνα του, για να τον προστατέψει αν χρειαζόταν. Στο ντοκιμαντέρ αναφέρει ότι η βίαιη εμπειρία του πολέμου είχε αλλάξει τον τρόπο σκέψης του για την οινοποίηση. «Θέλω να φτιάξω ένα κρασί που να μπορώ να το βγάλω στην αγορά τώρα, αντί σε 10 χρόνια», είπε.
Ο Ramzi Ghosn αναφέρει: «Ο Λίβανος θα ανέβει ξανά επειδή η κληρονομιά μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το κρασί, την σκληρή δουλειά και την επιμονή».
Το Musar Jeune, είναι ένα άμεσα καταναλώσιμο μπουκάλι σε σχέση με το εμβληματικό κρασί Chateau Musar, το οποίο απαιτεί παλαίωση. Το Musar Jeune είναι επίσης πιο ξηρό σε σχέση με το Massaya.
Η ποικιλία syrah γίνεται γρήγορα αντιληπτή, όπως και οι αρωματικές πικάντικες νότες ελιάς. Το πλούσιο άρωμα του syrah εναρμονίζεται πολύ καλά με τον φρουτώδη χαρακτήρα της ποικιλίας cinsault, καθώς και με τις τανίνες και τα χορτώδη αρώματα του cabernet. Επίσης στο κρασί περιέχεται και το za’atar, ένα μείγμα από θυμάρι, σουμάκ και σουσάμι από τη Μέση Ανατολή το οποίο δεν ανιχνεύεται πάντα εύκολα.
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Serge Hochar, ο οποίος ήταν η κεντρική φιγούρα στο “Wine and War“, «η γνώμη σας για ένα κρασί εξαρτάται από την ταυτότητά σας, από την ψυχή σας, από το σώμα σας», είπε στο ντοκιμαντέρ. “Έτσι μαθαίνεις να γεύεσαι και να απολαμβάνεις τη ζωή αργά.”
Ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε το 1975, κατέστρεψε σε μεγάλο βαθμό τη λιβανέζικη αγορά κρασιού. Τότε ο κ. Hochar ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, δημιουργώντας μια αγορά για το Musar, προωθώντας παράλληλα τον πολιτισμό του Λιβάνου. Ο Joe Saade, Λιβανέζος οινοποιός που παράγει την ετικέτα, Terre Joie , σχολίασε ότι το Musar τον ενέπνευσε ώστε να ασχοληθεί με το κρασί. Ακόμα είπε ότι «η ιδιαιτερότητά του είναι αυτό που μου λέει ότι τα λιβανέζικα κρασιά πρέπει να αποτελούν μια κατηγορία κρασιού που δεν πρέπει να χάσεις με τίποτα» .
Το Tourelles, είναι φτιαγμένο εξ ολοκλήρου από σταφύλια cinsault. Ξεχωρίζει από τα άλλα δύο κρασιά λόγω της κομψότητας και της λεπτότητάς του. Έχει περίπλοκα ανθικά αρώματα και διαθέτει ωραίες και εμφανείς τανίνες, καθώς είναι αισθητή και η ελαφριά αλατότητά του.
Το Tourelles είναι ένα από τα παλαιότερα οινοποιεία στο Λίβανο, που ιδρύθηκε από έναν Γάλλο τον 19ο αιώνα, αν και διευθύνεται από την οικογένεια Issa από το 2003. Ο οινοποιός, Faouzi Issa , σπούδασε και εργάστηκε στη Γαλλία πριν επιστρέψει στο Λίβανο.
«Αν και βρισκόμαστε σε μια εμπόλεμη ζώνη, είμαστε τυχεροί άνθρωποι», είπε στο ντοκιμαντέρ.
Οι καταναλωτές από όλο τον κόσμο δηλώνουν πολύ ενθουσιασμένοι με αυτά τα κρασιά τα οποία μπορούν να συνδυαστούν πολύ καλά με φαγητό και κυρίως κρέατα.
Πηγή: nytimes