Οι περισσότερες οινοπαραγωγικές περιοχές της χώρας επηρεάστηκαν, όπως ήταν φυσικό, από την κακοκαιρία «Λέανδρος» και οι αμπελώνες έχουν στο σύνολο τους καλυφθεί από χιόνα, ακόμα και στις πεδινές περιοχές. Πιο συγκεκριμένα, στους αμπελώνες της βορείου Ελλάδας, αλλά και σε περιοχές όπως το Ιονίο, η Πελοπόννησος, η ανατολική Στερεά, η Εύβοια, η ανατολική Θεσσαλία οι παραγωγοί είδαν χιόνια ακόμα και σε περιοχές με χαμηλό υψόμετρο (ενδεικτικά 300 μέτρα), όπως επίσης και στα ορεινά και ημιορεινά των Κυκλάδων και της Κρήτης.
Την παρούσα περίοδο τα πρέμνα βρίσκονται στο στάδιο του ληθάργου (νάρκη), που θεωρείται η πιο ανθεκτική φάση των φυτών σε ακραίες συνθήκες και στρες. Παρ’ όλα αυτά οι παγετοί που σημειώθηκαν σε ορισμένες πεδινές, κυρίως, περιοχές μπορεί να προκαλέσουν εν δυνάμει σημαντικά προβλήματα.
Τα πρέμνα, ανάλογα και την ποικιλία, μπορούν να επιβιώσουν σε ελάχιστες θερμοκρασίες του χειμώνα που κυμαίνονται μεταξύ -20οC και -5 οC. Πιο συγκεκριμένα, η ευρωπαϊκή άμπελος (Vitis vinifera), ζημιώνεται σημαντικά με την επικράτηση θερμοκρασιών κατώτερες των 13-15 οC. Αντίστοιχα, θερμοκρασίες εδάφους της τάξης των -7οC έως -8 oC προκαλούν σημαντικές φθορές στο πιο ευαίσθητο ριζικό σύστημα. Γενικότερα, θερμοκρασίες κατώτερες των αναφερόμενων προκαλούν σημαντικά προβλήματα στην βιολογία και φυσιολογία των πρέμνων και μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και σε ολοκληρωτικό «κάψιμό» τους και καταστροφή των λανθανόντων οφθαλμών και κληματίδων. Κάλυψη του αμπελώνα με χιόνι μπορεί να δράσει ακόμα και προστατευτικά για τα μέρη του αμπελιού που βρίσκονται υπό κάλυψη, διατηρώντας την τοπική θερμοκρασία σε λίγο υψηλότερα επίπεδα συγκριτικά με την ατμόσφαιρα. Η έκταση των ζημιών από τις χαμηλές θερμοκρασίες στο στάδιο του ληθάργου, μπορεί να καθοριστεί από την υγεία και των βαθμό αποθησαυρισμού των σακχάρων. Ασθενή πρέμνα με πρόωρη φυλλόπτωση, μπορεί να μην ολοκλήρωσαν την αποθήκευση σακχάρων κατά το τέλος της καλλιεργητικής περιόδου και κατ’ επέκταση να παρουσιάσουν μειωμένη ανθεκτικότητα στον παγετό με πιο εκτεταμένες ζημιές.
Μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης του παγετού στους αμπελώνες
Μετά από έναν ισχυρό παγετό, ο παραγωγός πρέπει να επιβλέψει τα αμπέλια του για να προσδιορίσει το μέγεθος της καταστροφής και να προβεί σε ενέργειες με σκοπό να βοηθήσουν τα πρέμνα να ανακάμψουν από το έντονο στρες. Ένα από τα σημαντικά και συχνά εφαρμοζόμενα μέτρα είναι η διενεργήση ψεκασμών με χαλκούχα σκευάσματα. Συμπληρωματικά, τα τμήματα του δένδρου όπου υπάρχουν σχισίματα του φλοιού πρέπει να θεραπεύονται με μυκητοκτόνα και να καλύπτονται με κόλλα εμβολιασμού για να αποφθεχθεί η είσοδος παθογόνων. Σε περιπτώσεις εκτεταμένων ζημιών, η αζωτούχος λίπανση πρέπει να είναι μειωμένη έως και να αποφεύγεται. Τέλος τα κλαδέματα για την αφαίρεση των κατεστραμμένων μερών ή/και για τον επανασχηματισμό της κόμης (με καρατόμηση) πρέπει να πραγματοποιηθεί καθυστερημένα στις αρχές τις άνοιξη και σε καμία περίπτωση αμέσως μετά τον παγετό.
Η ευεργετική επίδραση των χαμηλών θερμοκρασιών
Παρά τις καταστροφικές επιπτώσεις που έχουν οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες στην φυσιολογία της αμπέλου, η επικράτηση μέτρια χαμηλών θερμοκρασιών, συνεχόμενα, για ορισμένη χρονική περίοδο, είναι κομβικής σημασίας ώστε να επιτευχθεί το «σπάσιμο» (διακοπή) του λήθαργου και η ομαλή και ομοιόμορφη εκβλάστηση των λανθανόντων οφθαλμών και καρποφορία. Για την πλειονότητα των καλλιεργούμενων ποικιλιών αμπέλου, θερμοκρασίες 2-10ο C (με άριστες 3-7οC), θεωρούνται επαρκείς για την κάλυψη των αναγκών σε ψύχος των λανθανόντων οφθαλμών. Ανάλογα με την ποικιλία και την επικρατούσα θερμοκρασία, η διάρκεια έκθεσης στο ψύχος κυμαίνεται από 50 έως 400 ώρες ή περισσότερο. Για παράδειγμα, η ποικιλία merlot απαιτεί τουλάχιστον 7 συνεχόμενες ημέρες με μέση θερμοκρασία κατώτερη των 10 οC. Σε πολλές περιοχές, με την χώρα μας να πλήτεται όλο και περισσότερο, οι έλλειψη αυτού του παράγοντα έχει αρνητικές επιδράσεις στην παραγωγικότατα των αμπελιών και οι παραγωγοί αναγκάζονται να χρησιμοποιήσουν χημικά μέσα για να επιτύχουν τεχνητό «σπάσιμο» του ληθάργου.